ΒΑΣΙΛΕΙΑ - ΕΘΝΑΡΧΙΑ

Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β ΄ ΑΔΙΚΑ ΕΧΑΣΕ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ . ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΗΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΕΘΝΑΡΧΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.Ο ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.ΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΡΑΤΗ Η ΡΩΜΕΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.

KING CONSTANTINE ΙΙ EXTRACTED OF HIS THRONE UNFAIRLY . BUT ALWAYS REMAIN THE NATIONAL LEADER. THE NATIONAL ROLE OF THE KING IS INDEPENDENT FROM THE HEAD OF THE STATE. KING IS ALWAYS THE FATHER OF THE NATION. WITH MONARCHY BECOME VISIONABLE THE ROMAN FOLLOWING OF THE GREEK NATION.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΘΥΡΕΟΣ

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ   ΘΥΡΕΟΣ
ΙΣΧΥΣ ΜΟΥ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

Μνήμη Καπετάν Δούκα Ζέρβα .και καπεταν Μητρουση..


.        Ο Εθνομαρτυρας Βασιλευς Γεωργιος Α'
Μνήμη Καπετάν Δούκα Ζέρβα ...

Ένας από τους αγαπημένους μου Μακεδονομάχους και πρωταγωνιστές εκείνου του ηρωικού ελληνικού Αγώνος κατά του σλαβισμού και του βουλγαρισμού, είναι ο Σερραίος Μακεδόνας οπλαρχηγός Δούκας Γαϊτατζής ή Καπετάν Δούκας Ζέρβας (Σέρρες, 1879 - Παρίσι, 1938).

Γενικός αρχηγός των Ελλήνων ανταρτών περιοχής Ζίχνης και Παγγαίου. Κατάγονταν από εύπορη οικογένεια. Ο πατέρας του, βιομήχανος, είχε κλωστήριο και μεγάλο κατάστημα στις Σέρρες. Από έφηβος ακόμα (1900) ήταν πράκτορας του Ελληνικού Προξενείου Σερρών.

Οι κομιτατζήδες είχαν ξεκινήσει το δολοφονικό τους έργο από το έτος 1903. Κατέβαιναν από την Βουλγαρία οι συμμορίες των κομιτατζήδων και έσφαζαν στα χωριά τους Έλληνες Πατριαρχικούς και κυρίως τους προύχοντες. Το 1904 ο αρχικομιτατζής Πανίτσα με την συμμορία του μπήκε στο Ζίρνοβο (Κ. Νευροκόπι) και έσφαξε όλο το κοινοτικό συμβούλιο του χωριού, που αποτελούνταν από 12 μέλη. Βλέποντας τους συμπατριώτες του Έλληνες να υποφέρουν τα πάνδεινα από τις βουλγαρικές συμμορίες των κομιτατζήδων, απεφάσισε να δράσει. Μια αποτυχημένη όμως απόπειρα να εξοντώσει κάποιον γαλατά Στογιάννη απ' τη Ραχοβίτσα (Μαρμαρά), όργανο των Βουλγάρων, έγινε αφορμή να πιαστεί απ' τις τουρκικές Αρχές. Δραπέτευσε και πήγε στην Αθήνα (1904). Εκεί εκπαιδεύτηκε στρατιωτικά σ' ένα κρυφό έμπεδο ανταρτών που διοικούσε ο Διάδοχος Κωνσταντίνος.
.


Πολέμησε κατόπιν στη Δυτική Μακεδονία (1904) οπλίτης με την ομάδα του καπετάν Βάρδα (Γ. Τσόντα) και υπαρχηγός του καπετάν Ρούβα (Γ. Κατεχάκη). Εκεί αποδεκάτισαν την συμμορία του αρχικομιτατζή Αποστόλωφ. Εξακολούθησε στην περιφέρεια Γιαννιτσών, απαλλάσσοντας τον τόπο από πολλές βουλγάρικες συμμορίες, όπως του βοεβόντα Κόλε, μαζί με δυο Βούλγαρους αξιωματικούς διοργανωτές. Στις αρχές τού 1905, με σώμα 20 ανδρών καλά οπλισμένο και πειθαρχημένο, αναλαμβάνει δράση στην περιοχή Σερρών (Φυλλίδα). Δεν άργησαν τα ευεργετικά αποτελέσματα της. Το «καθεστώς τρόμου» της υπαίθρου διαλύεται. Οι βουλγαρικές ωμότητες στο Ζίρνοβο (Περιθώριο), Έγρί-Ντερέ (Καλλιθέα), Κλεπούσνα (Αγριανή) κ.ά., οπού σκοτώθηκαν αθώοι και κάηκαν γυναικόπαιδα, τιμωρούνται τώρα στη Γράτσιανη (Αγιοχώρι) με την εξόντωση της επταμελούς συμμορίας του βοεβόντα Πανίτσα (12-1-1907) και αλλού. Με την αποφασιστική δράση του Δούκα Ζέρβα και των άλλων ελληνικών ανταρτικών ομάδων αποδεκατίσθηκαν οι βουλγαρικές ομάδες των κομιτατζήδων από την περιοχή της Ανατ. Μακεδονίας.

Είχε εκτεταμένο δίκτυο συνεργατών και πληροφορητών. Στις Σέρρες είχε συνεργάτη τον μητροπολίτη Γρηγόριο, αργότερα Πατριάρχη Κων/πολης, στην Δράμα τον Μητροπολίτη Άγιο Χρυσόστομο Σμύρνης και τον αρχιδιάκονο Θεμιστοκλή. Επίσης σε κάθε χωριό είχε τους πληροφορητές του.

Μια έκθεση τού Προξενείου (Σακτούρης, 31-3-1907) γράφει σχετικά: «Η κατάστασις αυτή (υπέρ των Ελλήνων) κατά μέγα μέρος οφείλεται εις τον Αρχηγό τού ανταρτικού σώματος Ζίχνης (Δούκαν). Εις τον νέον τούτον, ανήκοντα εις καλήν των Σερρών οικογένειαν, ενούντα δε προς τη ανδρεία πολιτικήν περίσκεψιν, ευφυίαν, αγνότητα ήθους, αγνήν φιλοπατρίαν και πειθαρχίαν θαυμαζόμενον και λατρευόμενον καθ’ άπασαν την περιφέρειαν και έξυμνούμενον ήδη εις πατριωτικά άσματα, οφείλεται και θα οφείλεται εθνική ευγνωμοσύνη...».

Πραγματικά ήταν ένας απ' τους πιο μεγάλους αρχηγούς πού ανέδειξε ο Μακεδονικός αγώνας. Μυαλωμένος, τολμηρός, γρήγορος, πιστός στους συνεργάτες του. Η ευστροφία, ψυχραιμία, εντιμότητα, ήταν συνταιριασμένες ιδανικά με το αρρενωπό του ύφος και το επιβλητικό παράστημα. Δεν εκτράπηκε ποτέ σε πράξεις απάνθρωπες, ανήθικες ή άσκοπες, σεβάστηκε τους αόπλους και ανεύθυνους, προστάτευσε τους συνεργάτες του (είχε τις λιγότερες απώλειες), στάθηκε γενικά ένας τέλειος Έλληνας ιππότης, που προτιμούσε την ειρηνική προπαγάνδα απ' τον πειθαναγκασμό των όπλων. Γι' αυτό και οι Σερραίοι, όταν μπήκε επίσημα με όλο το Σώμα και τους υπαρχηγούς του Μάρτζιο και Μπουλασίκη στην πόλη (ανακήρυξη Συντάγματος) έβαλαν να τον στεφανώσει με χρυσό στεφάνι η μητέρα του, δώρο της Ελληνικής Κοινότητας Σερρών. Στους άλλους δυο χάρισαν τιμητικά από ένα χρυσό ρολόι.

Μόλις κηρύχτηκε ο Βαλκανοτουρκικός πόλεμος, επιστρατεύοντας 100 Παγγαιοχωρίτες, καταλύει τις τουρκικές Αρχές, υψώνει την ελληνική σημαία και απελευθερώνει πρώτος αυτός το διαμέρισμα Παγγαίου και το Τσάγιαζι, επ' ονόματι του Ελληνικού Κράτους, ειδοποιώντας τον Ελληνικό στρατό, που τότε μόλις είχε καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Ακολουθούν συμπλοκές με τους Βουλγάρους (δεν αναγνωρίζουν την προσάρτηση) καταλήγοντας στα γνωστά επεισόδια του Παγγαίου. Ήταν διοικητής σώματος Προσκόπων και προχωρούσε ως προπομπός από τον προελαύνοντα ελληνικό στρατό.

Το 1936 βγήκε βουλευτής Σερρών με το Κόμμα Ελευθεροφρόνων του Ιωάννη Μεταξά. Αργότερα πήγε στο Παρίσι, όπου πέθανε το 1938. Μορφές όπως ο Δούκας Ζέρβας μας θυμίζουν ότι η Μακεδονία ελευθερώθηκε με αίμα, φωτιά και σίδερο. Δεν εκχωρείται, δεν παραδίδεται στους εχθρούς του Έθνους.

.




.
.


Ο Καπετάν Μητρούσης, ο θρύλος της Ανατολικής Μακεδονίας

Ο θρυλικός Σερραίος Μακεδονομάχος Δημήτριος Γκογκολάκης (καπετάν Μητρούσης) γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα στο Χομονδό (Μητρούσι) Σερρών. Ενεργοποιήθηκε από νωρίς (κατά το 1903) στην ένοπλη πάλη κατά των Βουλγαρικών σωμάτων. Εξόντωσε αρκετούς πράκτορες του Βουλγαρικού κομιτάτου στα γύρω από το Χομονδό χωριά, μεταξύ των οποίων τους πράκτορες του Βουλγαρικού κομιτάτου στο χωριό Χριστός, Χρήστο Συλιάνωφ και Μήτο Μηλούσεφ. Συνεργάστηκε από το 1904 με τον οπλαρχηγό Γεώργιο Γιαγκλή από την Ιερισσό.

Είχε αθλητικό παράστημα και ήταν παλαιστής. Τον θαύμαζαν ακόμα και οι Βούλγαροι. Η Βουλγαρική οργάνωση προσπάθησε να τον προσεταιριστεί αλλά αυτός αρνήθηκε. Ο κομιτατζής Τάσκα τον ήθελε για πρωτοπαλίκαρο του. Ο Μητρούσης όμως του απαντούσε: «Εγώ Έλληνας γεννήθηκα κι Έλληνας θα πεθάνω». Ο Τάσκα απελπίζεται.

Έτσι, η ΕΜΕΟ διέταξε τη δολοφονία του, καθώς αποτελούσε εμπόδιο για τη Βουλγαρική δράση στην περιοχή. Την 1 Σεπτεμβρίου του 1906, ο κομιτατζής Τάσκα εισέβαλε με την ομάδα του στο Χομονδό με σκοπό να τον εξοντώσει. Ο καπετάν Μητρούσης διέφυγε, αλλά ο Τάσκα δολοφόνησε τη γυναίκα του και το μοναδικό παιδί τους. Μόλις πληροφορήθηκε ο καπετάν Μητρούσης Γκογκολάκης το τέλος της οικογένειάς του, επιτέθηκε με το σώμα του, στο Καρατζάκιοϊ (σημ. Μονοκκλησιά), όπου είχε πληροφορίες ότι κρυβόταν η τσέτα του Τάσκα. Εκεί σκότωσαν 30 κομιτατζήδες και διέφυγαν υπό το φόβο του καταφθάνοντος αποσπάσματος του Οθωμανικού στρατού. Το γεγονός αυτό προκάλεσε γενική αναταραχή σε όλη την περιφέρεια Σερρών και το Ελληνικό Προξενείο Σερρών βρέθηκε σε δύσκολη θέση. Έτσι ο καπετάν Μητρούσης φυγαδεύτηκε στην Αθήνα στις αρχές του 1907.

Εκεί γνωρίστηκε μεταξύ άλλων και με τον Διάδοχο Κωνσταντίνο στο σκοπευτήριο της Καλλιθέας, όπου εξασκούνταν. Μετά από δύο μήνες παραμονής στην Αθήνα, στις αρχές της άνοιξης του 1907 επέστρεψε στον κάμπο των Σερρών μαζί με δύο φίλους του από την ελεύθερη Ελλάδα. Τον φοιτητή ιατρικής Θεόδωρο Τουρλεντέ από τη Μεγαλόπολη και τον Νίκο Παναγιώτου από το Αγρίνιο, γνωστό στην πόλη του Αγρινίου σήμερα ως καπετάν Κουμπούρα. Ο Μητρούσης τώρα γίνεται αρχηγός μιας πενταμελούς ομάδας και συνεχίζει τη δράση του, με αποκορύφωμα την εποποιία του κωδωνοστασίου τής Ευαγγελίστριας, στη συνοικία Καμενίκια των Σερρών. Τον Ιούλιο του 1907 καταδίωξε το Βούλγαρο κομιτατζή Ντίνα Αραμπατζή, αλλά δεν κατάφερε να τον συλλάβει ή να τον εξοντώσει, ενώ πληροφορήθηκε ότι ο κομιτατζής Τάσκα κρύβονταν στη συνοικία Καμενίκια των Σερρών.

Στις 13 Ιουλίου του 1907, το απόγευμα, ο Μητρούσης με τα παλικάρια του μπαίνει στην πόλη των Σερρών και φιλοξενείται στο σπίτι του Παπαθανάση, δίπλα στο ναό τής Ευαγγελίστριας. Η παρουσία του όμως εκεί γίνεται αντιληπτή από Τούρκους και την άλλη μέρα, 14 Ιουλίου, 3 χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες και φανατισμένα στίφη τουρκικού όχλου περιζώνουν ολόκληρη τη συνοικία και τον γύρω τής εκκλησίας χώρο. Ο Μητρούσης, βλέποντας ότι προδόθηκε, αφήνει το σπίτι του Παπαθανάση και οχυρώνεται μέσα στο ναό τής Ευαγγελίστριας και στο καμπαναριό. Στο χώρο αυτό θα γραφεί μία από τις σπάνιες σελίδες τού Ελληνισμού, πού ανανέωσε τη θυσία στο Κούγκι και στο Αρκάδι. Για επτά ολόκληρες ώρες οι 5 ήρωες καθηλώνουν 3.000 Τούρκους και δεκάδες πτώματα καλύπτουν το γύρω χώρο.

Πλήρωσαν πολὺ ἀκριβὰ οἱ Τοῦρκοι τὸ ἀποτέλεσμα. Εἶχαν περισσότερους ἀπὸ 35 νεκρούς. Ἀναγκάστηκε καὶ ἡ τουρκικὴ πρεσβεία Βιέννης στὶς 25 Ἰουλίου τοῦ 1907 νὰ διαψεύσῃ ὅτι εἶχαν οἱ Τοῦρκοι πολὺ βαρειὲς ἀπώλειες στὴ συμπλοκὴ μὲ τὸ Μητρούση. Ὁ πολιτευτὴς καὶ συγγραφέας τῶν Σερρῶν κ. Π. Πέννας παρακολούθησε ὡς αὐτὸπτης μάρτυρας τὴν κηδεία τῶν 35 Τούρκων στρατιωτῶν στὰ τούρκικα μνήματα τοῦ λόφου Μουσάλα.

Το σπίτι του Παπαθανάση σε λίγο πυρπολείται, ενώ την ίδια στιγμή πέφτουν δύο από τα παλικάρια του Μητρούση, ο Θεόδωρος Τουρλεντές και ο Μιχάλης Ουζούνης. Ακολούθησε η σύλληψη των τραυματισμένων Παναγιώτου και Ούρδα και μένει μόνος ο τραγικός ήρωας Μητρούσης. Όμως, αποφασισμένος να εξαγοράσει ακριβά το θάνατο των συντρόφων του, αποσύρεται από το ναό τον οποίο τώρα κυκλώνουν οι φλόγες, και οχυρώνεται στο καμπαναριό της Ευαγγελίστριας. Αρνείται να καταθέσει τα όπλα και όταν διαπιστώνει ότι του απομένει μόνο μία σφαίρα, προσποιείται ότι θέλει να παραδοθεί. Φωνάζει τον αστυνομικό διοικητή να έρθει τάχα να τον παραλάβει και όταν εκείνος πλησιάζει, τού φυτεύει τη σφαίρα στην καρδιά, ενώ συγχρόνως βυθίζει το ξίφος στα σπλάχνα του. Πραγματικά, αισχύλεια τραγωδία.

Ο καπετάν Μητρούσης δεν ζει πια. Όμως ή θυσία του έγινε θρύλος και ή λαϊκή μούσα του έκανε τραγούδι:

Μητρούσης Καπετάνιος

Θεόν παρακαλεί

νά έμβει εις τάς Σέρρας

να σύρει το σπαθί.

Κομσέρδες μιστιντούκδες

και όλη η Τουρκιά

Αλλάχ! 'Αλλάχ! Φωνάζουν

«Τεσλίμ όλ μπρε Μητρούση!»

Δεν πάτε να χαθείτε

τεσλίμ δεν γίνουμαι,

το αίμα μου το χύνω

ποτάμι ας γενή...

Ὁ μουσικοσυνθέτης καὶ ποιητὴς Αἰμίλιος Ριάδης ποὺ σπούδαζε τότε στὸ Μόναχο, ἔγραψε ἕνα ποίημα γιὰ τὸ θάνατο τοῦ Μητρούση ἀπὸ ἑξήντα ἑξάστιχες στροφές. Ἀρχίζει: «Γλυκὰ σιγοσβήνει τῆς μέρας τ΄ἀστέρι…». Ἐτοίμαζε καὶ ὀρατόριο ἐφιερωμένο στὸν ἥρωα τῶν Σερρῶν. Εἶχε πάθει, ὅπως ἔλεγαν τότε οἱ φίλοι του, ἀληθινὴ «Μητρουσίτιδα»… Γ. Μόδης

Την άλλη μέρα, το σώμα του Μητρούση, διάτρητο από τις εχθρικές σφαίρες, θάφτηκε κοντά στο χώρο της συμπλοκής.

Λίγους μήνες αργότερα, στις 3 Δεκεμβρίου 1907, καταδικάστηκαν και εκτελέστηκαν με απαγχονισμό στην πλατεία Άτ παζάρ, πίσω από το Διοικητήριο, τα αλλά δύο παλικάρια του Μητρούση, ο Νίκος Παναγιώτου καί ο Γιάννης Ούρδας, ενώ στους γύρω δρόμους ένα πλήθος κόσμου παρακολουθούσε σιωπηλό.

Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε την απάντηση πού έδωσε ο Παναγιώτου κατά τη διάρκεια της δίκης σε ξένο διπλωμάτη.

«Τι ζητάς εσύ από το Αγρίνιο, στη Μακεδονία πού είναι για σένα μια ξένη χώρα;». Τον ρώτησαν.

«Εμείς οι Έλληνες - απάντησε ο Νίκος Παναγιώτου - έχουμε δύο πατρίδες, την ελεύθερη και τη σκλαβωμένη. Και εμείς οι ελεύθεροι έχουμε χρέος να αγωνιστούμε για να αποκτήσει και ή σκλαβωμένη πατρίδα τη λευτεριά της. Η Μακεδονία για μας δεν είναι ξένη γη». Μια απάντηση γνησίως Ελληνική σ' ένα ψυχρό - ως συνήθως - Ευρωπαίο διπλωμάτη. Παράλληλα και μια υπενθύμιση-μάθημα στην πολιτική τής Ευρώπης για την αδιαφορία της απέναντι στους καταδυναστευόμενους Μακεδόνες και τις φρικαλεότητες των Βουλγάρων.

Επιτροπή Σερραίων ζήτησε τα πτώματα των νέων για ταφή. Οι Τούρκοι, όμως, αρνήθηκαν επίμονα, ενώ έστησαν πυροβόλα στον «Κουλά», την ακρόπολη των Σερρών, έτοιμοι να χτυπήσουν το πλήθος. Τα καταστήματα τής πόλης σε ένδειξη διαμαρτυρίας παρέμειναν κλειστά.

Μπροστὰ στὶς δυὸ κρεμάλες ζητωκραύγασαν γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἔβριζαν τοὺς Τούρκους. Ὅλος ὁ ἑλληνικὸς πληθυσμὸς τῶν Σερρῶν ἦταν στὸ πόδι. Ἐρημώθηκε ἡ ἀγορὰ καὶ ὅλη ἡ πόλη. Οἱ Τοῦρκοι ξέσπασαν στὸν Μητροπολίτη καὶ ζητοῦσαν ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τὴν ἀνάκλησή του. Δὲν ἄφησαν ἐπίσης κανέναν νὰ παρακολουθήσῃ τὴν κηδεία τοῦ Μητρούση καὶ τῶν δυὸ συντρόφων του.

Τελικά, τα πτώματα των δύο παλικαριών τοποθετήθηκαν πάνω σε σανίδες, παραδόθηκαν σε Αθίγγανους και με πολυπληθή συνοδεία Τούρκων στρατιωτών θάφτηκαν στον περίβολο του ναού τής Ευαγγελίστριας στην Καμενίκια, χωρίς νεκρώσιμη ακολουθία. Μάταια γενναίες Σερραίες Μακεδόνισσες προσπάθησαν να διασπάσουν τον κλοιό και να αρπάξουν τους αγαπημένους τους νεκρούς. Τουρκικό Ιππικό διέλυσε βίαια τη συγκέντρωση. Επί δεκαπέντε μέρες τουρκικό απόσπασμα φρουρούσε τον τάφο των παλικαριών.

Με τον απαγχονισμό και τη ταφή των δύο ηρώων το δράμα του ναού τής Ευαγγελίστριας είχε φθάσει στο τέλος. Το δράμα όμως των Σερραίων συνεχίστηκε. Γιατί συνεχίστηκαν οι συλλήψεις, οι φυλακίσεις και οι άγριες διώξεις από τις Τουρκικές αρχές.

Και οι Σερραίοι θα συνεχίσουν τον διμέτωπο αγώνα ως την επανάσταση των Νεότουρκων (1908) και την ανακήρυξη του νέου Τουρκικού συντάγματος. Τότε τυπικά τερματίζεται ο Μακεδόνικος Αγώνας, όχι όμως και τα δεινά τού Ελληνισμού.


https://www.facebook.com/nicos.stefanidis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου