ΒΑΣΙΛΕΙΑ - ΕΘΝΑΡΧΙΑ

Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β ΄ ΑΔΙΚΑ ΕΧΑΣΕ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ . ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΗΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΕΘΝΑΡΧΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.Ο ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.ΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΡΑΤΗ Η ΡΩΜΕΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.

KING CONSTANTINE ΙΙ EXTRACTED OF HIS THRONE UNFAIRLY . BUT ALWAYS REMAIN THE NATIONAL LEADER. THE NATIONAL ROLE OF THE KING IS INDEPENDENT FROM THE HEAD OF THE STATE. KING IS ALWAYS THE FATHER OF THE NATION. WITH MONARCHY BECOME VISIONABLE THE ROMAN FOLLOWING OF THE GREEK NATION.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΘΥΡΕΟΣ

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ   ΘΥΡΕΟΣ
ΙΣΧΥΣ ΜΟΥ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022

Στην Αθήνα το βασιλικό ζεύγος της Ολλανδίας - Συνάντηση με την Αντικαταστατη του ελληνικου Θρονου,Σακελλαροπούλου

ΚΟΣΜΟΣ /Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022, 06:37:00 / Τελευταία Ενημέρωση: 08:42 / Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Επίσκεψη στο πρωην βασιλειο των Ελληνων  έως τις 2 Νοεμβρίου, έπειτα από πρόσκληση της αντικαταστατου του Ελληνικου Θρονου κ Κατερίνας Σακελλαροπούλου, πραγματοποιούν ο Βασιλιάς Γουλιέλμος-Αλέξανδρος και η Βασίλισσα Μάξιμα της Ολλανδίας. Το βασιλικό ζεύγος υποδέχθηκε το βράδυ της Κυριακής στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας.
To πρόγραμμα του βασιλικού ζεύγους της Ολλανδίας ξεκινά σήμερα Δευτέρα 31 Οκτωβρίου με την κατάθεση στεφάνου στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη και στη συνέχεια, στις 09:35, θα μεταβούν στο Βασιλικο Ανακτορο Αθηνων, όπου θα λάβει χώρα η επίσημη τελετή υποδοχής, καθώς και η τελετή παρασημοφόρησης.
Ακολούθως, στις 09:45 θα πραγματοποιηθεί η κατ' ιδίαν συνάντηση της αντικαταστατου του Ελληνικου Θρονου κ Κατερίνας Σακελλαροπούλου και του Παύλου Κοτσώνη με τον Βασιλιά Γουλιέλμο-Αλέξανδρο και τη Βασίλισσα Μάξιμα της Ολλανδίας.
Στη συνέχεια, στις 10:30, το βασιλικό ζεύγος θα έχει συνάντηση με τους Συνηγόρους του Πολίτη Ελλάδας και Ολλανδίας στο Ολλανδικό Ινστιτούτο Αθηνών και στις 13:30 θα επισκεφθεί τον Αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης.
Στις 15:00 θα συναντηθούν με τον δήμαρχο Αθηναίων Κώστα Μπακογιάννη στην Τεχνόπολη και θα ακολουθήσει δεξίωση της ολλανδικής κοινότητας.
Το βράδυ, στις 20:00, η αντικαταστατης του Ελληνικου Θρονου κ Κατερίνας Σακελλαροπούλου θα παραθέσει επίσημο δείπνο στο Βασιλικο Ανακτορο Αθηνων προς τιμήν του Βασιλιά και της Βασίλισσας της Ολλανδίας.
Η δεύτερη ημέρα της επίσημης επίσκεψης περιλαμβάνει στις 09:35 συμμετοχή του Βασιλιά και της Βασίλισσας της Ολλανδίας, μαζί με την  αντικαταστατη του Ελληνικου Θρονου κ Κατερίνας Σακελλαροπούλου, στη συζήτηση στρογγυλής τραπέζης για τη βία κατά των γυναικών, στο φουαγιέ της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος, στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Αμέσως μετά, στις 11:00, θα παραστούν στον 14ο διαγωνισμό καινοτομίας και νεοφυούς επιχειρηματικότητας «The Squeeze» στον Φάρο του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.
Στις 12:25 είναι προγραμματισμένη επίσκεψη του βασιλικού ζεύγους της Ολλανδίας στην Ογκολογική Μονάδα Παίδων «Ελπίδα» και στις 15:00 σε σχολική μονάδα και δομές φιλοξενίας ανηλίκων.
Το βράδυ της Τρίτης, στις 20:00, θα πραγματοποιηθεί η ανταποδοτική εκδήλωση του Βασιλιά και της Βασίλισσας της Ολλανδίας προς τιμήν της της αντικαταστατου του Ελληνικου Θρονου κ Κατερίνας Σακελλαροπούλου, στο Μέγαρο Μουσικής.
Την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου, ο Βασιλιάς Γουλιέλμος-Αλέξανδρος και η Βασίλισσα Μάξιμα της Ολλανδίας θα μεταβούν από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη για να συνεχίσουν και να ολοκληρώσουν την επίσημη επίσκεψή τους στη χώρα μας.
ΦΩΤΟ ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΙΤΣΑΡΑΣ

Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2022

Κωνσταντίνος Δ. Βλάσσης : Υπήρχαν «fake news» για το 1922.

Στην εφημεριδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ δημοσιευτηκε ενα αρθρο απο τον κ.Σακη Ιωαννιδη στις 04 Ιουλ 2022.
Το θεμα του αρθρου ειναι η παρουσιαση του βιβλιου με τιτλο «Οι τελευταίες ημέρες του Αρμοστή» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Archive. Ο συγγραφεας του βιβλιου Κ.Βλασσης μεσα εκει υποστηριζει οτι ο νομος 2870/1922 δεν εγινε για εμποδιστουν οι ελληνες προσφυγες να φυγουν απο την Σμυρνη. Ο νομος 2870 ειχε συνταχθει ηδη απο το 1919 επι Βενιζελου και εμεινε στο συρταρι,οταν αρχισαν να καταφθανουν προσφυγες απο τον Καυκασο χωρις διαβατηρια τοτε τον εβγαλαν απο το συρταρι και τον ψηφισαν ομοφωνα ολοι οι βουλευτες βενιζελικοι και αντιβενιζελικοι ,με σκοπο να απαγορευσουν την καθοδο προσφυγων απο την Ρωσια.Ο Υπατος Αρμοστης της Ελλαδος στην Σμυρνη ,ο Στεργιαδης, στις 19 Αυγ 1922 ζητησε απο την ελληνικη κυβερνηση να ληφθουν διπλωματικα μετρα , ωστε να προστατευθουν οι κατοικοι της πολης με την παρεμβαση των Ευρωπαικων Δυναμεων, Αρα δεν υπηρχε σχεδιασμος για εγκαταλειψη της Σμυρνης απο το επισημο ελληνικο κρατος. Η συνεχεια παρακατω με το αρθρο αυτουσιο.
«Και η κυβέρνησις αφ’ ενός μεν τρομοκρατηθείσα, αφ’ ετέρου δε φοβηθείσα την δημιουργίαν “προσφυγικού ζητήματος” εξαπέστειλεν επειγόντως εις Σμύρνην τους δυστυχείς τότε υπουργούς της Στράτον και Θεοτόκην, ακριβώς διά να ματαιωθή, όπως εματαιώθη, δυστυχώς, η αναχώρησις του πληθυσμού της Μ. Ασίας», έγραφε η εφημερίδα «Πατρίς» στο φύλλο της 12ης Ιανουαρίου 1930, σχολιάζοντας τη μετάβαση των υπουργών Θεοτόκη και Στράτου στη Σμύρνη στις 17 Αυγούστου 1922.
Oπως είναι γνωστό, η εφημερίδα έγραφε τότε ότι ο Yπατος Αρμοστής Σμύρνης Αριστείδης Στεργιάδης είχε ζητήσει λίγες ημέρες πριν από την έναρξη της «στρατιωτικής αποσυνθέσεως» την αποστολή πλοίων στο λιμάνι της πόλης για να παραλάβουν τον στρατό, το πολεμικό υλικό και τους πρόσφυγες. Σύμφωνα με το άρθρο της «Πατρίδος», στην έκκληση του Στεργιάδη απαντάει «ο Πρόεδρος της Κυβερνήσεως διά του εξής τηλεγραφήματος: “Αποφύγατε δημιουργίαν προσφυγικού ζητήματος. Δ. Γούναρης”».
Αυτή η φράση του Γούναρη, όπως τη μετέφερε η εφημερίδα, ήταν ένας από τους παράγοντες που δημιούργησαν την πεποίθηση ότι το ελληνικό κράτος της εποχής αλλά και η αντιβενιζελική κυβέρνηση ήταν εχθρική απέναντι στην έλευση των Μικρασιατών προσφύγων. Ακριβώς αυτή την πεποίθηση επιχειρεί να ανατρέψει ο ερευνητής και συγγραφέας Κωνσταντίνος Δ. Βλάσσης με το βιβλίο του «Οι τελευταίες ημέρες του Αρμοστή» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Archive, στο οποίο στέκεται κριτικά και σε μια σειρά άλλων ζητημάτων εξαιρετικά κρίσιμων για τις ημέρες της καταστροφής και για την ιστορία και τη δράση του Αριστείδη Στεργιάδη.
Ο κ. Βλάσσης λέει στην «Κ» ότι η έρευνά του δεν εντόπισε τηλεγράφημα ούτε του Στεργιάδη με αίτημα για αποστολή πλοίων για τη διάσωση των πολιτών, αλλά ούτε και τηλεγράφημα του Γούναρη με εντολή να μη δημιουργηθεί προσφυγικό ζήτημα. Αντιθέτως θεωρεί ότι υπήρχε σκοπιμότητα από την πλευρά της εφημερίδας που απηχούσε τις θέσεις των βενιζελικών. «Η εφημερίδα έκανε αυτή την καταγγελία χωρίς να παρουσιάσει το σώμα ενός τηλεγραφήματος, έστω και ως φωτογραφία, και είναι η μοναδική που το επικαλείται. Επίσης στο δημοσίευμα δεν αναφέρεται η ημερομηνία στην οποία αποστέλλεται η απάντηση του Γούναρη και αφήνει τον αναγνώστη να υποθέσει ότι το μήνυμα εστάλη την ίδια ημέρα με το τηλεγράφημα του Στεργιάδη. Ολα αυτά είναι κατά δήλωση της εφημερίδας που είναι ακραία αντιπολιτευτική», σημειώνει και προσθέτει ότι η λανθασμένη εντύπωση επικράτησε στη μετέπειτα βιβλιογραφία, διότι οι δημοσιογράφοι του αντιπολιτευόμενου Τύπου μετέφεραν την αρθρογραφία τους σε βιβλία που εκδόθηκαν αργότερα για τη μικρασιατική καταστροφή.
Οι συντάκτες των δημοσιευμάτων ήταν δημοσιογράφοι, εργαζόμενοι σε κομματικά έντυπα και δρούσαν μέσα στο πλαίσιο του εθνικού διχασμού.
«Μπορεί κάποιος να τα μελετάει, αλλά πρέπει να τα αξιολογεί λαμβάνοντας υπ’ όψιν ότι οι συντάκτες τους ήταν δημοσιογράφοι, εργαζόμενοι σε κομματικά έντυπα της εποχής, δρούσαν μέσα στο πλαίσιο του εθνικού διχασμού και πολλοί από αυτούς ήταν μικρασιατικής καταγωγής και είχαν μια επιπλέον φόρτιση στα γραπτά τους», τονίζει.
Ο συγγραφέας αναγνωρίζει και δικαιολογεί την προτεραιότητα που δόθηκε στη διάσωση του στρατού και επισημαίνει ότι δεν υπήρξε ποτέ ουσιαστική απαγόρευση εξόδου από τη Σμύρνη για τους πρόσφυγες. «Ο Στεργιάδης γνωρίζει ότι τα πλοία που έρχονται προορίζονται για τον ελληνικό στρατό. Ο ίδιος δεν είχε αρμοδιότητα να ζητήσει τι είδους πλοία θα έρθουν και θα πλευρίσουν. Η υπηρεσιακή αλληλογραφία αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε καμία απαγόρευση και μάλιστα μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου, οπότε και ολοκληρώθηκε η εκκένωση του στρατού, υπάρχει ήδη ένα πλήθος άνω των 200.000 Μικρασιατών προσφύγων που βρήκαν καταφύγιο στην Ελλάδα. Δεν μπορεί να ισχύουν και τα δύο», σημειώνει.
Ο ίδιος αντικρούει και την ευρύτερη πεποίθηση ότι το ελληνικό κράτος προσπάθησε να εμποδίσει τους Μικρασιάτες πρόσφυγες να έρθουν στην Ελλάδα μέσω του νόμου 2870 του 1922 «περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις Ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής», που ψηφίστηκε έναν μήνα πριν από την καταστροφή της Σμύρνης.
«Η ψήφιση αυτού του νόμου ήταν μια υπόθεση τετραετίας που ξεκίνησε από την κυβέρνηση Βενιζέλου, επειδή υπήρχε η προοπτική ενός γενικότερου μεταναστευτικού κύματος από τους Ελληνες του Καυκάσου προκειμένου να εμπλουτιστεί και να πυκνώσει το ελληνικό στοιχείο στη Μακεδονία», μας λέει και προσθέτει ότι ο κυβερνητικός σχεδιασμός «πάγωσε» για οικονομικούς λόγους το καλοκαίρι του 1920 και με τις πολεμικές επιχειρήσεις του στρατού το 1921. «Από τον Μάρτιο έως τον Ιούλιο του 1922 ήρθαν άνω των 16.000 ομογενών από τον Καύκασο και τη Νότια Ρωσία χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα και απροειδοποίητα, και γι’ αυτό στις 31 Μαΐου 1922 η κυβέρνηση εισάγει επειγόντως προς ψήφιση τον νόμο και ψηφίζεται ομόφωνα και από τους βενιζελικούς βουλευτές», και παραπέμπει στο σχετικό βιβλίο του («Πρόσφυγες, οικονομία και νομοθεσία κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία», εκδ. Δούρειος Ιππος) για το χρονικό της ψήφισης. 
«Ο Στεργιάδης ζήτησε από τις 19 Αυγούστου να κινηθεί η ελληνική κυβέρνηση διπλωματικά για να πετύχει παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στη Σμύρνη. Βέβαια αποδείχθηκε ότι ακόμη και οι Βρετανοί δεν είχαν διάθεση να αντιταχθούν στον νικηφόρο τουρκικό στρατό».
Υπατος Αρμοστής με θετικό έργο και ακραίες αντιδράσεις
Κατά τον συγγραφέα, ο Υπατος Αρμοστής δεν ζήτησε την αποστολή πλοίων για τη διάσωση του πληθυσμού, όπως δεν ευσταθεί το ότι εγκατέλειψε τη Σμύρνη αβοήθητη. 
«Από την υπηρεσιακή αλληλογραφία φαίνεται ότι ο Στεργιάδης ζήτησε από τις 19 Αυγούστου να κινηθεί η ελληνική κυβέρνηση διπλωματικά για να πετύχει παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στη Σμύρνη. Η ελληνική πλευρά επιθυμούσε να εξέλθουν στη στεριά ένοπλα τμήματα ή μονάδες πεζοναυτών που θα δημιουργούσαν προστατευτικό κλοιό γύρω από τη Σμύρνη και θα απαγόρευαν τη διέλευση των κεμαλικών δυνάμεων που πλησίαζαν και ακόμα και τότε δεν υπήρχε σκέψη για οριστική εκκένωση της πόλης», σημειώνει ο συγγραφέας.
Ακόμη και στις 24 Αυγούστου, προσθέτει, οι επιτελείς της Αθήνας που καταφτάνουν στη Σμύρνη διατηρούν μια ελπίδα να αντιτάξουν μια γραμμή άμυνας γύρω από την πόλη ώστε να εκκενωθεί ομαλά ο στρατός και να μεταφερθεί το πολεμικό υλικό στην Ελλάδα, και μέσα σε αυτό το πλαίσιο να εκκενωθεί και να διαφύγει και ο χριστιανικός πληθυσμός. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη, καθώς η κατάρρευση του μετώπου ήταν ραγδαία και η φυγή του στρατού που κατευθύνθηκε στη Σμύρνη ήταν άτακτη. 
«Βέβαια αποδείχτηκε ότι ακόμη και οι Βρετανοί δεν είχαν διάθεση να αντιταχθούν στον νικηφόρο τουρκικό στρατό. Ειδικά η ταχεία κατάρρευση του ελληνικού στρατού υπονόμευσε όλη τη διπλωματική προσπάθεια», προσθέτει.
Στο βιβλίο ο συγγραφέας αξιοποιεί αρχειακό υλικό από το αρχείο της Υπατης Αρμοστείας Σμύρνης που βρίσκεται στα ΓΑΚ, το αρχείο του ίδιου του Στεργιάδη που ανήκει στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, το υπουργείο Εξωτερικών, αρχειακές πηγές του υπουργείου Εξωτερικών και άλλες, προσπαθώντας να παρακολουθήσει τις υπηρεσιακές κινήσεις του Αρμοστή, χωρίς να προβαίνει σε μια αγιογραφία του. 
«Ο Στεργιάδης ήταν αντικοινωνικός, κλειστός άνθρωπος, αντιπαθούσε τη στρατιωτική ηγεσία και τον κλήρο και είχε το μεγάλο μειονέκτημα των ακραίων αντιδράσεων που δημιούργησαν μια κακή εικόνα. Το έργο που έκανε στη Σμύρνη ήταν θετικό, όπως η ίδρυση του πανεπιστημίου, αλλά δεν υπήρχε χρόνος να αποδώσει. Η εικόνα του αμαυρώθηκε αργότερα στις συνεντεύξεις του, όπου παρεκτρέπεται σε υπερβολές», μας λέει ο συγγραφέας. Οπως;
«Οπως τις κατηγορίες που προσάπτει στο πρόσωπο του αρχιστρατήγου Γεωργίου Χατζηανέστη», λέει ο κ. Βλάσσης, για τον οποίο δήλωσε μετά την εκτέλεσή του ότι αδιαφόρησε για πληροφορίες που είχε ο ίδιος ως Αρμοστής για την κεμαλική επίθεση του Αυγούστου. 
«Δεν έχει εντοπιστεί όμως τηλεγράφημα με τέτοιες πληροφορίες. Αντιθέτως υπάρχει τηλεγράφημα του Στεργιάδη στις 17 Αυγούστου που λέει ότι για την κατάρρευση του μετώπου δεν προκύπτει καμία ευθύνη από τη στρατιωτική ηγεσία», καταλήγει.
https://www.kathimerini.gr/culture/561938476/konstantinos-d-vlassis-stin-k-ypirchan-fake-news-gia-to-1922/

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

Α' ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΑΤΥΧΗΜΑ ΣΤΟ ΑΜΥΝΤΑΙΟ .ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΟΧΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.

Ο ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΟΧΟΥ ΗΤΑΝ ΛΟΓΙΚΟΣ ΕΠΕΙΔΗ ΒΡΙΣΚΟΤΑΝ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ,ΑΛΛΑ  ΚΑΙ Η ΥΠΑΚΟΗ ΠΟΥ ΕΔΕΙΞΕ ΣΤΙΣ ΕΝΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΤΟΥ ,ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ ,ΤΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ,ΑΠΟΤΕΛΕΙ  ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΓΙΑ ΤΟΝ
 ΚΑΘΕΝΑ  ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟ.ΑΝ ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ  Ο ΠΛΑΣΤΗΡΑΣ ΕΔΕΙΧΝΕ ΤΕΤΟΙΑ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ ΟΠΩΣ ΕΔΕΙΞΕ Ο ΑΡΧΙΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΩΡΑ Η ΣΜΥΡΝΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ ΘΑ ΗΤΑΝ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ. 

Α΄ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1912-1913 ΑΓΩΝΕΣ ΤΗΣ Vης ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ ΑΠ0 18ης ΜΕΧΡΙ 27ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1912.ΑΤΥΧΗΜΑ ΣΤΟ ΑΜΥΝΤΑΙΟ.
Η Vη Μεραρχία(κακώς γράφεται Κρητών, γιατί η Κρήτη δεν είχε ακόμα απελευθερωθεί), που είχε ορισθεί ως πλαγιοφυλακή της Ελληνικής Στρατιάς, κατόπιν της στροφής της προς τη Θεσσαλονίκη, μετά από μικρής έκτασης αγώνες αφίχθη τις απογευματινές ώρες της 18ης Οκτωβρίου στην περιοχή ΞΙΝΟ ΝΕΡΟ-ΣΩΤΗΡΑΣ-ΑΜΥΝΤΑΙΟ, προ των οποίων εγκατέστησε τμήματα ασφαλείας. Η Μεραρχία δεν είχε ακριβείς πληροφορίες για τις Τουρκικές δυνάμεις στην περιοχή του Μοναστηρίου, όπου όπως αποδείχθηκε αργότερα είχαν εισρεύσει στην περιοχή αρκετές δυναμεις, που είχαν υποχωρήσει μετά την κατάληψη των ΣΚΟΠΙΩΝ από τον Σερβικό στρατό.
Από τη 19η μέχρι τις απογευματινές ώρες της 23ης Οκτωβρίου η Μεραρχία διεξήγαγε επιθετικές επιχειρήσεις Βόρεια στενών Βεύης με διστακτικότητα, λόγω έλλειψης πληροφοριών και αντίδρασης τόσον των Τουρκικών τμημάτων, όσων και των ατάκτων τμημάτων από Τούρκους κατοίκους. Παρά ορισμένες επιτυχίες προς Βόρεια της Βεύης αναγκάσθηκε να εγκατασταθεί αμυντικά στην περιοχή του Αμυνταίου. Η Μεραρχία ζήτησε από το Γενικό Στρατηγείο την αποστολή ενισχύσεων για να διατηρήσει τις θέσεις της. Παράλληλα το Υπουργείο Στρατιωτικών προέβη σε διάβημα προς τη Σερβική Κυβέρνηση για την άσκηση μεγαλύτερης πίεσης κατά των Τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή του Μοναστηρίου, προκειμένου να ανακουφισθεί και η θέση της Vης Μεραρχίας.
Τη νύκτα 23/24 Οκτωβρίου μικρό τουρκικό τμήμα, με οδηγούς χωρικούς, που γνώριζαν καλά το έδαφος, κινήθηκε από το χωρίο Φανός στα νότια του χωριού Ροδών και στις 06.30 προσέβαλε αιφνιδιαστικά τον εκεί Λόχο του Μηχανικού της Μεραρχίας, οι άνδρες του οποίου καταλήφθηκαν από πανικό και άρχισαν να φεύγουν προς κάθε κατεύθυνση, εγκαταλείποντας όπλα, εξάρτυση και τον ατομικό τους ακόμα φόρτο. Ο πανικός σε λίγο μεταδόθηκε και στους άνδρες των γειτονικών τμημάτων. Στη συνέχεια το τμήμα εκμεταλλευόμενο τον πανικό και μετά την πλήρη εξουδετέρωση μιας Πυροβολαρχίας κινήθηκε στο εσωτερικό της Μεραρχίας, ενώ ταυτόχρονα είχε αρχίσει η επίθεση των Τουρκικών Μονάδων. Παρά τις ενέργειες των Αξιωματικών άρχισε η σύμπτυξη των Μονάδων Πεζικού, η οποία από τη 10η ώρα εξελίχθηκε σε άτακτη φυγή προς την Κοζάνη. Μόλις και μετά βίας κρατήθηκαν οι στρατιώτες στην περιοχή της Κοζάνης, χάρις στις προσπάθειες του Φρουράρχου Κοζάνης. Παράλληλα το Γενικό Στρατηγείο διέταξε τμήματα από τη Λάρισα και την Ελασσόνα να κινηθούν προς την Κοζάνη, ενώ το Απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη διετάχθηκε από τη Νεάπολη Κοζάνης να κινηθεί σ΄αυτήν.
Με αναφορά του προς το Υπουργείο Στρατιωτικών την 25η Οκτωβρίου 1912 ο Αρχιστράτηγος και Διάδοχος Κωνσταντίνος απέδωσε το ατύχημα της Vης Μεραρχίας σε κακή διάταξη και κατέστησε βέβαιο ότι δεν είναι δυνατόν να μεταβάλει τη τύχη της μάχης προς κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Και σε περίπτωση ακόμα της κατάληψης κι αυτής της Κοζάνης από τον εχθρό, την οποία θεωρούσε απίθανη λόγω των ληφθέντων μέτρων, θα ανακτηθεί, μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Γι΄αυτό και με νεώτερη αναφορά του απέρριψε την πρόταση του Υπουργείου Στρατιωτικών για ενίσχυση της Vης Μεραρχίας με την Ιη Μεραρχία από τις προς κατάληψη της Θεσσαλονίκης Μεραρχίες, από τη σκάλα Ελευθεροχωρίου μέχρι λιμένος Βόλου με πλοία και εκείθεν προς Λάρισα-Κοζάνη.
Με διαταγή του Αρχιστρατήγου και Διαδόχου συγκροτήθηκε Τμήμα Στρατιάς από την Vη Μεραρχία, το Απόσπασμα Γεννάδη και άλλα τμήματα, υπό τη Διοίκηση του Συνταγματάρχου Στεφάνου Γεννάδη. Μέχρι την 27η Οκτωβρίου περατώθηκε η συγκρότηση του Τμήματος Στρατιάς.
Έτσι μετά τον αιφνιδιασμό και τον αδικαιολόγητο πανικό, που υπέστη η Vη Μεραρχία, στην περιοχή του Αμυνταίου, το μέτωπο στη Δυτική Μακεδονία τελικά σταθεροποιήθηκε και οι εκεί Μονάδες εγκαταστάθηκαν αμυντικά στα βορειοδυτικά της Κοζάνης, αναμένοντας τις επιχειρήσεις της Στρατιάς προς Έδεσσα-Φλώρινα. Μέραρχος στη θέση του μέχρι τότε Συνταγματάρχου Δημητρίου Ματθαιόπουλου τοποθετήθηκε ο Συνταγματάρχης Στέφανος Γεννάδης.
Μετά την κατάληψη της Κοζάνης στις 12 Οκτωβρίου 1912 διανοίγονταν δύο Άξονες ενεργείας για την Στρατιά Θεσσαλίας, προς Ανατολάς για Θεσσαλονίκη και προς Βορρά για Μοναστήρι. Η έλλειψη σαφών και νωπών πληροφοριών για τον όγκο των εχθρικών δυνάμεων σε μια ευρεία περιοχή, προβλημάτιζε τον Αρχιστράτηγο και το Επιτελείο του ποίον από τους δύο Άξονες να επιλέξει για να συνεχίσει την προέλασή του. Τόσο η Σερβία, όσο και η Βουλγαρία ουδεμία πληροφορία παρείχαν στην Ελλάδα για ευνοήτους λόγους. Απεναντίας με το Πολεμικό Ναυτικό η Ελλάδα παρέσχε σημαντική βοήθεια, εμποδίζοντας τη μεταφορά ενισχύσεων από τη Μικρά Ασία στη Βαλκανική Χερσόνησο. Λόγοι εθνικοί και πολιτικοί επέβαλαν την προέλαση της Στρατιάς προς Θεσσαλονίκη, τη στιγμή κατά την οποία τα Βουλγαρικά στρατεύματα προήλαυναν με ταχύτητα προς τη Θεσσαλονίκη, όπως διαβιβασθείσες πληροφορίες μέσου πρεσβείας μας της Σόφιας στο Υπουργείο Εξωτερικών από τους Φ. Νίκογλου και Νικολαίδη-Σουλιώτη, ως πρόσφατες αναρτήσεις μου.
Ένα μικρό Τουρκικό τμήμα κατόρθωσε να αιφνιδιάσει την Vη Μεραρχία και το προσωπικό της πανικόβλητο να κινηθεί άτακτα προς Κοζάνη, όπου μετά βίας συγκρατήθηκε. Οποιοσδήποτε μπορεί να καταλάβει το σοβαρότατο κίνδυνο, που διέτρεχε η χώρα μας, εάν στάθμευαν στο Μοναστήρι ισχυρές εχθρικές δυνάμεις, που θα εκμεταλλεύονταν τη διάλυση και άτακτη φυγή της Vης Μεραρχίας προς Νότο. Κι αυτήν ακόμα τη Λάρισα θα καταλάμβαναν, γιατί δεν υπήρχαν στην περιοχή ισχυρά τμήματα του Ελληνικού Στρατού για να αντιμετωπίσουν τις εχθρικές δυνάμεις. Δεν πρέπει να λησμονούνται η πολεμική απειρία του Ελληνικού Στρατού και οι δραματικές συνέπειες του ατυχούς Ελληνο-Τουρκικού Πολέμου του 1897, που ακόμα δεν είχαν εξαλειφθεί.
Δικαιολογημένος και λογικός λοιπόν ο προβληματισμός του Αρχιστρατήγου και του Επιτελείου του για προέλαση προς τη Θεσσαλονίκη, όπως διέταζε ο Πρωθυπουργός και Υπουργός Στρατιωτικών Ελευθέριος Βενιζέλος.
ΠΗΓΕΣ. 1. Επίτομη Ιστορία των Βαλκανικών Πολέμων 1912-1913 της Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού.
2. Συμβολή στην ιστορία της δεκαετίας 1912-1922 του Αντιστρατήγου Παναγιώτου Παναγάκου.
Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

Φίλιππος Νίκογλου, ένας Έλληνας γιατρός στον Βουλγαρικό Στρατό, 1912-1913

Έχουν γραφεί πολλά για τη διαφωνία του Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και του Βασιλέως Κωνσταντίνου Α΄, τότε Διαδόχου-Αρχιστρατήγου, σχετικά με την προέλαση του Ελληνικού Στρατού κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και την πιθανότητα κατάληψης της Θεσσαλονίκης από τα Βουλγαρικά στρατεύματα. Είναι γεγονός ότι το Γενικό Στρατηγείο μετά την κατάληψη της Κοζάνης στις 12 Οκτωβρίου 1912 προβληματιζόταν έντονα εάν θα έπρεπε να προελάσει ταχέως προς τη Θεσσαλονίκη ή προς Βορρά, προς Μοναστήρι, καθόσον δεν είχε ακριβείς και νωπές πληροφορίες ως προς το που βρισκόταν ο όγκος του Τουρκικού στρατού και ποία ήταν η εξέλιξη των επιχειρήσεων του Σερβικού στρατού κατα των Τούρκων. Η έλλειψη ακριβών πληροφοριών για τον Τουρκικό στρατό αποτέλεσε την αιτία του πλήρους αιφνιδιασμού της Vης Μεραρχίας στην περιοχή της Πτολεμαϊδας και του Αμυνταίου, ο οποίος κατέληξε στην άτακτη οπισθοχώρησή της μέχρι τον Αλιάκμονα ποταμό, όπου συγκρατήθηκαν οι Μονάδες της με δραστικές ενέργειες του Γενικού Στρατηγείου. Αυτό που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ο ακριβής ρόλος που διαδραμάτισε στα γεγονότα του Οκτωβρίου 1912 ένας Έλληνας γιατρός, ο Φίλιππος Νίκογλου.

Ο Φίλιππος Νίκογλου γεννήθηκε στη Στενήμαχο της Ανατολικής Ρωμυλίας το 1871. Φοίτησε στα περίφημα Ζαρίφεια Εκπαιδευτήρια της Φιλιππούπολης και σπούδασε ιατρική στη Γερμανία. Εγκαταστάθηκε στη Σόφια, όπου άσκησε την ιατρική ως χειρουργός. Το 1885 η πατρίδα του, η Ανατολική Ρωμυλία, προσαρτήθηκε στη Βουλγαρία και από το 1908 οι κάτοικοί της έγιναν και τυπικά Βούλγαροι, ανεξαρτήτως εθνικού φρονήματος. Κατά την επιστράτευση του Βουλγαρικού στρατού στις 7 Σεπτεμβρίου 1912, ο Βούλγαρος υπήκοος Φίλιππος Νίκογλου παρουσιάσθηκε ως έφεδρος υπίατρος στο Σαμάκοβο, όπου αναπτύχθηκε το κινητό χειρουργείο της VIIης Βουλγαρικής Μεραρχίας. Κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων διαπίστωσε δυσκολίες για την υγειονομική υποστήριξη των Μονάδων κατά την ταχύτατη προέλασή τους, η οποία υπαγορευόταν από στρατηγικούς και διπλωματικούς λόγους, εξαιτίας της έλλειψης τροχοφόρων μεταφορικών μέσων.
Στις 5 Οκτωβρίου 1912 το Μαυροβούνιο, η Σερβία, η Βουλγαρία και η Ελλάδα κήρυξαν τον πόλεμο κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η προηγηθείσα Ελληνο-Βουλγαρική συνθήκη του Μαίου του 1912 δεν προέβλεπε διανομή εδαφών μεταξύ των συμμάχων, αλλά θα ίσχυε η αρχή της κατοχύρωσης των εδαφών στη χώρα, που τα κατελάμβανε. Στις 20 Οκτωβρίου λοιπόν ο Ελληνικός Στρατός απελευθέρωσε τα Γιαννιτσά, ενώ η VIIη Βουλγαρική Μεραρχία προσπαθούσε με κάθε τρόπο να προελάσει χωρίς καθυστέρηση και να καταλάβει πρώτη τη Θεσσαλονίκη. Αλλεπάλληλα τηλεγραφήματα του Πρωθυπουργού Ε. Βενιζέλου προς τον Αρχιστράτηγο-Διάδοχο Κωνσταντίνο επέσπευσαν, παρά τις όποιες αντιδράσεις του Γενικού Στρατηγείου, την προέλαση του Ελληνικού Στρατού προς τη Θεσσαλονίκη και την κατάληψή της. Η Θεσσαλονίκη απελευθερώθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1912, ημέρα εορτής του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου, προτού η πόλη να καταληφθεί από τα Βουλγαρικά στρατεύματα.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα ποια ήταν η πηγή των πολύτιμων αυτών πληροφοριών για τις προθέσεις της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας της Βουλγαρίας, που διεβίβαζε ο πρεσβευτής της Ελλάδας στη Σόφια Δημήτριος Πανάς στο Ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών; Ο Υπουργός Εξωτερικών Λάμπρος Κορομηλάς είχε αναθέσει στον τότε Λοχαγό Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαϊδη, ως στρατιωτικός σύνδεσμος,την παρακολούθηση της VIIης Βουλγαρικής Μεραρχίας του Στρατηγού Θεοδόρωφ. Ο Σουλιώτης ικανός Αξιωματικός, είχε διακριθεί προηγουμένως για τη δράση του στην Οργάνωση Θεσσαλονίκης κατά τον Μακεδονικό αγώνα και αργότερα στην Οργάνωση Κωνσταντινούπολης. Ο Λοχαγός Σουλιώτης μετέβηκε στις 19 Οκτωβρίου 1912 στην Άνω Τζουμαγιά με σκοπό να συναντήσει τον εκεί ευρισκόμενο Στρατηγό Θεοδόρωφ, τον οποίο απέτυχε να συναντήσει. Εξερχόμενος του Φρουραρχείου συνάντησε τον Φίλιππο Νίκογλου, για τον οποίο έγραψε: << Ο ιατρός Φίλιππος Νίκογλου, υπηρετών ως έφεδρος παρά τω Βουλγαρικώ στρατώ, προθυμότατα πλησιάσας με, μοι είπεν ότι από της αρχής του πολέμου όλαι αι εμπιστευτικαί διαταγαί συνίστων να καταβληθή πάσα προσπάθεια, όπως αι Μακεδονικαί πόλεις και προπάντων η Θεσσαλονίκη καταληφθώσι προ της καταλήψεως αυτών υπό των Ελληνικών στρατευμάτων. Μοι επεβεβαίωσεν ότι ο Βόρις μετά του Στρατηγού Ράτζο Πετρώφ και του πρεσβευτού Στάντσεφ διήλθον εξ Άνω Τζουμαγιάς, προσθέτων ότι είδεν εις το ξενοδοχείον, όπου είχε καταλύσει, και στρατιώτας της Βασιλικής Φρουράς, οδηγούντας βασιλικήν άμαξαν, προωρισμένην δια την επίσημον είσοδον του Διαδόχου της Βουλγαρίας εις Θεσσαλονίκην >>.
Ο Σουλιώτης προσπάθησε να τηλεγραφήσει κρυπτογραφημένες τις πολύτιμες πληροφορίες στην πρεσβεία μας στη Σόφια και στο Υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα. Επειδή όμως δεν ελάμβανε απάντηση και φοβούμενος την λογοκρισία των Βουλγάρων υποκρίθηκε τον ασθενή. Ο Νίκογλου πιστοποίησε την ασθένεια και πρότεινε τη διακομιδή του ασθενούς στην Σόφια. Ο Βούλγαρος Φρούραρχος πείσθηκε εύκολα και για να ξεφορτωθεί τον ενοχλητικό Έλληνα Αξιωματικό έδωσε την άδεια της διακομιδής του. Μετά από δυσκολίες κατά την κίνησή του ο Σουλιώτης έφθασε στην Σόφια και παρουσιάσθηκε στον Έλληνα πρεσβευτή, στον οποίο και ανέφερε τις πολύτιμες πληροφορίες, που αμέσως ο στρατιωτικός ακόλουθος της πρεσβείας Ταγματάρχης Αμβρόσιος Φραντζής τηλεγράφησε με τους κώδικες κρυπτογράφησης στο Υπουργείο Εξωτερικών, προκειμένου να ενημερωθεί η Ελληνική Κυβέρνηση και να ενεργήσει αναλόγως.
Τα γραφόμενα του Σουλιώτη-Νικολαϊδη επιβεβαίωσε στα απομνημονεύματά του ο Στρατηγός Βίκτωρ Δούσμανης, που υπηρετούσε κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους στο Γενικό Στρατηγείο, δίπλα στον Διάδοχο-Αρχιστράτηγο, και επομένως είχε πλήρη ενημέρωση για τα γεγονότα. Αλλά και ο Στρατηγός Θεόδωρος Πάγκαλος στα απομνημονεύματά του επιβεβαίωσε την εθνική δράση του Φ. Νίκογλου και ότι το συγκεκριμένο γεγονός πληροφορήθηκε από τον ίδιο τον Ε. Βενιζέλο. Για τον ρόλο του Φ. Νίκογλου και τη δράση του κατά τους επόμενους μήνες γίνεται λόγος και από πολλούς σύγχρονους ερευνητές, που ασχολήθηκαν με τον Μακεδονικό Αγώνα και τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Ορισμένα τμήματα του Βουλγαρικού στρατού, που είχαν στρατοπεδεύσει στη Θεσσαλονίκη με άδεια της Ελληνικής Κυβέρνησης, είχαν μεταφερθεί από τον Ελληνικό Στόλο στο Δεδέαγατς[Αλεξανδρούπολη] για επιχειρησιακούς λόγους και μ΄αυτά είχε κινηθεί και ο Φ. Νίκογλου. Κατά την παραμονή του στην Αλεξανδρούπολη επισκέφθηκε το θωρηκτό << Αβέρωφ >>, όπου , όταν το πλήρωμα πληροφορήθηκε ότι ήταν Έλληνας, έτυχε ιδιαίτερης περιποίησης. Ο κυβερνήτης Σοφοκλής Δούσμανης σημείωσε στο ημερολόγιό του: << Πέμπτη, 15 Νοεμβρίου 1912. Ήρθαν να μας επισκεφθούν και δύο αξιωματικοί του βουλγαρικού στρατού, ιατροί και οι δύο, εξ Αγχιάλου, ακραιφνείς πατριώται, βαρέως φέροντες ότι υπηρετούν υπό τους Βουλγάρους >>. Σε όλες τις συναντήσεις και επαφές με Έλληνες Αξιωματικούς παρέσχε όσες πληροφορίες γνώριζε για τον Βουλγαρικό στρατό.
Μετά την αποστράτευσή του ο Φ. Νίκογλου επέστρεψε στην Σόφια, όπου έγινε γνωστή η δράση του και το Βουλγαρο-Μακεδινικό κομιτάτο αποφάσισε την εξόντωσή του. Ένας Βούλγαρος γιατρός και καλός του φίλος τον ενημέρωσε για την πρόθεση του κομιτάτου και κατόπιν αυτού στις 20 Σεπτεμβρίου 1913 ο Φ. Νίκογλου κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στην Αθήνα. Ο Βασιλέας Κωνσταντίνος, όταν πληροφορήθηκε αργότερα τη δράση του Φ. Νίκογλου εξέφρασε την επιθυμία να τον γνωρίσει προσωπικά, προσθέτοντας μάλιστα ότι επιβάλλονταν η απονομή παρασήμου για τις προσφερθείσες υπηρεσίες του προς την πατρίδα. Τελικά το Ελληνικό κράτος, έστω και αργά, δια χειρός Βασιλέως Παύλου παρασημοφόρησε το 1950 τον Φίλιππο Νίκογλου. Η Θεσσαλονίκη τίμησε τον Φ. Νίκογλου, αλλά και τον Αθ. Σουλιώτη-Νικολαϊδη, δίνοντας τα ονοματεπώνυμά τους σε κεντρικούς δρόμους της.
Το 1953 ο Στενημαχίτης χειρουργός απεβίωσε στην Αθήνα πλήρης ημερών. Από τον τύπο παρομοιάσθηκε με τον Ι. Γούναρη, κυνηγό του Ομέρ Βρυώνη, που στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου ειδοποίησε τους πολιορκημένους για την επίθεση των Τούρκων κατά τις ώρες της ακολουθίας των Χριστουγένων, με αποτέλεσμα την αποτυχία της εφόδου και την λύση της πολιορκίας. Αναμφισβήτητα ο Φίλιππος Νίκογλου είναι ένας από τους ανθρώπους, στους οποίους η Ελλάδα και ιδιαίτερα η Θεσσαλονίκη οφείλουν ευγνωμοσύνη για τη δράση και τον ρόλο τους εκείνες τις κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Και η μεγαλύτερη τιμή στην προκειμένη περίπτωση είναι η διατήρηση της μνήμης του γιατρού Φίλιππου Νίκογλου από την Ανατολική Ρωμυλία.
ΠΗΓΕΣ.
1. Το χρονικό της κατάληψης της Θεσσαλονίκης του Φ. Νίκογλου.
2. Ημερολόγιο του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου του Αθ. Σουλιώτη-Νικολαϊδη.
Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Πατιαλιάκας.

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2022

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΒ'

Κωνσταντίνος  ΙΒ΄ 

Γεννήθηκε στις 21 Ιουλίου 1868. Πρωτότοκος γιος του Γεωργίου Α΄ και της Όλγας. Έλαβε το όνομα του παππού του, του Μεγάλου Δούκα Κωνσταντίνου της Ρωσίας. Ο Γεώργιος του απένειμε τον τίτλο: «Δουξ της Σπάρτης». Όμως αυτή η απόφαση ακυρώθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας, διότι το Ελληνικό Σύνταγμα απαγόρευε την απονομή τίτλων ευγενείας σε Έλληνες. Ο Κωνσταντίνος εισήχθη στη Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού του Πεζικού. Το 1866 φοίτησε στη Στρατιωτική σχολή της Ακαδημίας Πολέμου της Πρωσίας στο Βερολίνο.

Τον Οκτώβριο του 1889 ο Κωνσταντίνος νυμφεύτηκε τη Σοφία της Πρωσίας, αδελφή του Κάιζερ της Γερμανίας Γουλιέλμου Β΄. Μαζί απέκτησαν έξι παιδιά: τον Γεώργιο τον Β΄, τον Αλέξανδρο τον Α΄, την Ελένη, τον Παύλο τον Α΄, την Ειρήνη και την Αικατερίνη.


Υπήρξε αρχιστράτηγος κατά τον Ταπεινωτικό Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Ο ίδιος βέβαια δεν το επέλεξε, αλλά πιέστηκε από τον τότε Πρωθυπουργό Δηλιγιάννη. Θεωρήθηκε ο κύριος υπεύθυνος για την ήττα των Ελλήνων.

Όταν έληξε ο πόλεμος, η κυβέρνηση Θεοτόκη ζήτησε από τον Κωνσταντίνο να αναδιοργανώσει το στράτευμα. Τότε δημιουργήθηκε γύρω του ένας κύκλος αξιωματικών, συνεργατών του. Αυτοί ήταν: ο Ξ. Στρατηγός, ο Β. Δούσμανης, ο Ι. Παπαβασιλείου και ο Ι. Μεταξάς. Αυτοί, εξαιτίας της ευμένειας του Κωνσταντίνου, δέχτηκαν την εχθρότητα των άλλων αξιωματικών.

Όταν έγινε το 1909 το κίνημα στο Γουδί, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος σχολίασε αρνητικά τις μεροληπτικές προαγωγές του Κωνσταντίνου και των αδελφών του. Τότε οι πρίγκηπες αναγκάστηκαν να παραιτηθούν.

Το 1912 κατά τον Α΄ Βαλκανικό, όλα τα κράτη της Βαλκανικής κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ο Κωνσταντίνος ετέθη επικεφαλής του Ελληνικού στρατού με αποφαση του Βενιζελου οποιος  στην πραξη ακυρωσε το κινημα του 1909 που τον εφερε στην εξουσια. Σημειώθηκαν οι νίκες του Σαρανταπόρου και των Γιαννιτσών και εν συνεχεία απελευθερώθηκε η Θεσσαλονίκη. Αμέσως μετά ο Κωνσταντίνος πήγε στην Ήπειρο. Πρωτοστάτησε στην πολιορκία του Μπιζανίου και στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων.

Στις 5 Μαρτίου 1913 δολοφονήθηκε ο βασιλιάς Γεώργιος από τον Αλ. Σχινά στη Θεσσαλονίκη και στις 8 Μαρτίου ο Κωνσταντίνος ανέβηκε στο θρόνο της Ελλάδος.

Και κατά τη διάρκεια του Β΄ Βαλκανικού (με κύριο αντίπαλο της Ελλάδος την πρώην σύμμαχο Βουλγαρία) ο Κωνσταντίνος διατήρησε το αξίωμα του Αρχιστρατήγου. Σημειώθηκαν νίκες εναντίον των Βουλγάρων. Όμως ο Β΄ Βαλκανικός κόστισε περισσότερο αίμα ελληνικό αλλα και ελευθερωθηκε ολη η ανατολικη Μακεδονια.


Τον Αύγουστο του 1914 ξεσπά ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος. Ο Κωνσταντίνος ήδη νυμφευμένος με τη Σοφία, αδελφή του Αυτοκράτορα της Γερμανίας, Γουλιέλμου, βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Ο Γουλιέλμος ως τώρα τον είχε βοηθήσει στους Βαλκανικούς να διατηρήσει τα εδάφη ως την Καβάλα και το 1913 το φθινόπωρο του είχε εξασφαλίσει γερμανικό δάνειο για τις ανάγκες της Ελλάδος.


Με την έναρξη του πολέμου η Βουλγαρία και η Τουρκία τέθηκαν αμέσως στο πλευρό της Γερμανίας. Ο Κωνσταντίνος εβλεπε απο στρατιωτικη αποψη οτι η Τριπλη Συμμαχια ηταν ισχυροτερη αλλα επειδη στην θαλασσα υπερτερουσε η Αγγλια δεν μπορουσε να διακυνδυνεψει την εξοδο στον πολεμο με καμμια απο τις δυο παραταξεις. Έτσι, προωθούσε την «ουδετερότητα». 

Όμως ο Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος διαπραγματευόταν έξοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ που υποσχόταν(;) την Κύπρο και άλλα εδάφη. Ο Βενιζέλος, αντιδρώντας στις παρεμβάσεις του επιτελείου του Κωνσταντίνου, παραιτήθηκε, για να κερδίσει αργότερα τις εκλογές του Μαΐου του 1915.

Τον Σεπτέμβριο του 1915 αυτοβούλως και δίχως έγκριση του Βασιλιά ο Βενιζέλος καλεί Βρετανικά και Γαλλικά στρατεύματα στη Θεσσαλονίκη. Όλη αυτή η περίοδος σύγκρουσης βασιλιά και Βενιζέλου έμεινε γνωστή και ως εθνικός διχασμός και ήταν ιδιαιτέρως οδυνηρή για την Ελλάδα. Στο μεταξύ ο Κωνσταντίνος εν όψει Βουλγαρικής επίθεσης αναγκάστηκε να κηρύξει επιστράτευση. Οι Αγγλογάλλοι αποβιβάζονται στη Θεσσαλονίκη και η παρουσία τους οξύνει την κατάσταση. Παρότι ο Βενιζέλος κατάφερε να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή, ο Κωνσταντίνος τον παρακάμπτει και δίνει εντολή στον Στ. Σκουλούδη να διαλύσει τη βουλή και να προχωρήσει σε εκλογές. Στις εκλογές αυτές ο Βενιζέλος με το κόμμα του απέχει. Έξι μήνες διατηρήθηκε η Κυβέρνηση Σκουλούδη.

Τον Μάιο του 1916, όταν με έγκριση του Κωνσταντίνου δίνεται σε δύναμη Γερμανών και Βουλγάρων το οχυρό του Ρούπελ,αφου προηγουμενως οι αγγλογαλοι αυθαιρετα κατελαβαν την Κερκυρα και τηνπεριοχη της  Δοιρανης,πρωτοι οι αγγλογαλλοι παραβιασαν την ουδετεροτητα της Ελλαδος, οι σύμμαχοι της Ανταντ καταργούν την Ελληνική κυριαρχία στις περιοχές που ήδη ήλεγχαν. Τον Αύγουστο του 1916 οι Βούλγαροι προελαύνουν στη Μακεδονία. Τότε φιλοβενιζελικοί αξιωματικοί οργανώνουν το κίνημα της Εθνικής Άμυνας. Ο Βενιζέλος δημιουργεί δική του κυβέρνηση στη Θεσσαλονίκη. Γάλλοι και Βρετανοί βομβαρδίζουν τα Ανάκτορα.

Οι οπαδοί του Κωνσταντίνου εξεγείρονται και σημειώνονται τα «Νοεμβριανά» που κορυφώθηκαν, όταν ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος ο Α΄ αναθεματίζει τον Βενιζέλο. Σωρός από πέτρες αναθέματος δημιουργείται από τους οπαδούς του Κωνσταντίνου. Την επαύριο πάνω σε αυτές θα βρεθούν άνθη τοποθετημένα από τους βενιζελικούς. Ο εθνικός διχασμός φτάνει στην κορύφωσή του. Οι δυνάμεις της Αντάντ επιβάλλουν ναυτικό αποκλεισμό στο κράτος της Αθήνας με αποτελεσμα την πεινα και τις αρρωστειες . Γάλλοι και Βρετανοί ζητούν από τον Κωνσταντίνο να εγκαταλείψει τον θρόνο. Εκείνος δεν παραιτείται. Όμως αναχωρεί για την Ελβετία, αφήνοντας στο θρόνο τον δευτερότοκο γιο του Αλέξανδρο.

Η Ελλάδα εισέρχεται επισήμως στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο τον Ιούνιο του 1917,τοτε σημειωνονται οι σφαγες των ελληνικων πληθυσμων στην Ανατολικη Μακεδονια απο τους Βουλγαρους σε αντιποινα για την εξοδο του Βενιζελου στον πολεμο κατα της Τριπλης Συμμαχιας , ο οποίος το 1918 κλείνει νικηφόρα για τους συμμάχους της Αντάντ. Το 1919 ξεκινά (τον Μάιο) η Μικρασιατική εκστρατεία,χωρις την συμφωνια των Ιταλων,και χωρις γραπτες εγγυησεις ,διοτι ο βενιζελος δεν ζητησε κατι τετοιο απο τους αγγλογαλλους. Υπογράφεται το 1920 η συνθήκη των Σεβρών με πολλά εδαφικά κέρδη για την Ελλάδα. Στην επιστροφή του από τη Γαλλία ο Βενιζέλος μετά την υπογραφή της Συνθήκης δέχεται δολοφονική επίθεση και τραυματίζεται ελαφρά. Ενώ αναρρώνει στο Παρίσι,  στελέχη της Βενιζελικής παράταξης δολοφονούν τον Ίωνα Δραγούμη. Ο Βενιζέλος θα προχωρήσει στη διάλυση της Βουλής των Λαζάρων και θα προκηρυχθούν εκλογές. Δυστυχώς, οι εκλογές μετατίθενται, εξαιτίας του αιφνίδιου θανάτου του βασιλιά Αλέξανδρου (από δάγκωμα μαϊμούς).

Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920 το κόμμα των Φιλελευθέρων ηττάται και ο Βενιζέλος εγκαταλείπει τη χώρα. Με  δημοψήφισμα ο Κωνσταντίνος επιστρέφει στην Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1920 και ενώ όλο αυτό το διάστημα είναι εν εξελίξει η Μικρασιατική εκστρατεία και ο Ελληνικός στρατός βρίσκεται και επιχειρεί στη Μικρά Ασία, οι Άγγλοι σύμμαχοι, ως τώρα, της Ελλάδος, με το προσχημα οτι διαφωνουσαν με την επιστροφή του Κωνσταντίνου, παύουν να στηρίζουν τη χώρα τόσο στον διπλωματικό όσο και στον στρατιωτικό τομέα. Ίδια τακτική ακολουθούν η Ιταλία, η Γαλλία αλλά και η Σοβιετική Ένωση, και εξυπηρετώντας τα συμφέροντά τους, ενισχύουν τον Κεμάλ.Υπηρχε συμφωνια μυστικη απο το 1915 μεταξυ Αγγλιας,Γαλλιας,Ιταλιας να δοθει η Σμυρνη στην Ιταλια (την συμφωνια απετυχε ο Βενιζελος να την γνωριζει και εριξε την Ελαδα στον διχασμο αδικα).Επισης η εκστρατεια του βενιζελου στην Κριμαια εναντιον των κομμουνιστων του Λενιν εγινε αιτια οι σοβιετικοι να παρουν το μερος της τουρκιας .  

Η κυβέρνησή των αντιβενιζελικων, ενώ προεκλογικά υπόσχονταν λήξη του πολέμου με την Τουρκία, αποφάσισε τη συνέχισή του.

Το Μάιο του 1921 ανέλαβε τυπικα την αρχιστρατηγία στη Μικρά Ασία ο βασιλιας ,ο Πρωθυπουργος ευγενικα του απαγορευσε την αναμιξη στην διεξαγωγη των επιχειρησεων. Στο τέλος του χρόνου η υγεία του βασιλεως κλονίζεται κι επιστρέφει στην Αθήνα. Τον Αύγουστο του 1922 ο Κεμάλ επιτίθεται. Το μέτωπο καταρρέει 21 Αυγούστου / 9 Σεπτεμβρίου 1922. Οι Τούρκοι καίνε και λεηλατούν τη Σμύρνη. Ο Ελληνισμός της Ιωνίας ξερριζώνεται δια παντός από τα πάτρια εδάφη όπου είχε ζήσει για πολλούς αιώνες.

Εν τω μεταξύ ο Ελληνικός στρατός που κατάφερε να περαιωθεί στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου τον Σεπτέμβριο του 1922 εξεγείρεται υπό την ηγεσία της επαναστατικής τριανδρίας Πλαστήρα, Γονατά, Φωκά και ζητά την παραίτηση του Κωνσταντίνου. Βασιλεύς της Ελλάδος γίνεται στις 27 Σεπτεμβρίου 1922 ο Γεώργιος ο Β΄.Το κινημα του  Πλαστηρα εγινε αιτια να χαθει η Ανατολικη Θρακη χωρις να ριχτει ουτε μια τουφεκιά! Οι τουρκοι δεν πιστευαν οτι ο Στρατος των κινηματιών εγκατελειψε τοσο ευκολα την Ανατολικη Θρακη.

Ο Κωνσταντίνος πέθανε στο Παλέρμο της Σικελίας στις 11 Ιανουαρίου 1923. Ενταφιάστηκε στη ρωσική εκκλησία της Φλωρεντίας.

Στις 17 Νοεμβρίου 1936 το θωρηκτό «Αβέρωφ» θα μεταφέρει επισήμως τα οστά του Κωνσταντίνου, της μητέρας του Όλγας και της συζύγου του Σοφίας στην Αθήνα, για να εναποτεθούν στο βασιλικό κοιμητήριο Τατοΐου.







http://www.balkanwars.gr/vassilias-konstantinos.html

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2022

ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α' ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (1845-1913)


 ΤΙΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ | Ο Γεώργιος Α΄ υπήρξε ο σημαντικότερος βασιλιάς για την Ελλάδα και ο μόνος που εβασίλευσε για τόσο μεγάλο διάστημα χρόνου (50 χρόνια). Και αν δεν εδολοφονείτο το 1913 στη Θεσσαλονίκη, η βασιλεία του θα ήταν ακόμα μακρύτερη. Η βασιλεία του Όθωνος κράτησε 30 χρόνια, του Κωνσταντίνου, διαδόχου του Γεωργίου Α΄ 5 χρόνια, του Γεωργίου Β΄, γιου του Κωνσταντίνου. 7 χρόνια περίπου, του Αλέξανδρου 3 1/2 χρόνια, του Παύλου 17 1/2 και του Κωνσταντίνου Β΄ 3 1/2. Στη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου Α΄ η Ελλάδα από απόψεως εδαφικής απέκτησε τη μορφή που έχει σχεδόν σήμερα .Στα χρόνια του προσαρτήθηκαν τα Επτάνησα (1863), η Θεσσαλία (1881) και η Μακεδονία, η Ήπειρος, η Θράκη και τα νησιά του Αιγαίου με την Κρήτη στη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων. Οι σημαντικοί αυτοί σταθμοί στη ζωή της νεότερης Ελλάδος έδωσαν κύρος και γόητρο στον βασιλιά Γεώργιο, που χρησιμοποίησε όλη τη διπλωματικότητα και τις καλές σχέσεις του με τις ξένες Αυλές για να προωθήσει τα ελληνικά δίκαια και συμφέροντα

Οι επιτυχίες αυτές, παράλληλα με τις προσπάθειες που κατέβαλε για τη δημιουργία σύγχρονου κράτους και την άνοδο του βιοτικού και πολιτιστικού επιπέδου του λαού έκαναν τον Γεώργιο Α΄ ιδιαίτερα αγαπητό στους Ελληνες.

Μόλις 18 ετών

Ο Γεώργιος Α΄, αν και ήλθε στην Ελλάδα το 1864 για να βασιλεύσει σε ηλικία, μόλις, 18 ετών, επέδειξε σύντομα φρόνηση και αρετές μονάρχη σπάνιες, γεγονός που διευκόλυνε την επιβολή του και την απόκτηση μεγάλου κύρους. Πολλές φορές, στη διάρκεια της πεντηκονταετούς βασιλείας του, αντιμετώπισε ταραχώδη γεγονότα, εξωτερικούς κινδύνους και πολιτικές και εθνικές κρίσεις. Πάντοτε, όμως, ξεπερνούσε τα εμπόδια, όσο μεγάλα κι αν ήταν, με την παροιμιώδη ψυχραιμία του, τη χαρακτηριστική του σύνεση, την απαράμιλλη διπλωματικότητα και τους ευφυείς χειρισμούς του. Στην εξωτερική πολιτική ο Γεώργιος Α΄ ενεργούσε με βάση τις μεγάλες γνωριμίες του στην Ευρώπη και τη Ρωσία για να εξυπηρετήσει τα εθνικά
συμφέροντα. Στην εσωτερική πολιτική ακολούθησε πάντοτε το δρόμο των ήρεμων λύσεων και της προσαρμογής, πράγμα που διευκόλυνε την ομαλή πορεία της πολιτικής ζωής του τόπου. Αποκορύφωμα των σωστών χειρισμών του υπήρξε η υιοθέτηση της επαναστάσεως του 1909, στο Γουδί, και η εν συνεχεία διευκόλυνση του Ελευθερίου Βενιζέλου να ανέλθει στην εξουσία. Το δραματικό τέλος του προκατόχου του, Όθωνα, και του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδος, Καποδίστρια, επηρέασαν τη ζωή και τη συμπεριφορά του Γεωργίου Α΄. Ο Όθωνας εξορίστηκε, γιατί δεν μπόρεσε, παρά τη μετριοπάθειά του, να απαλλαγεί του βαυαρικού (γερμανικού) αυταρχισμού. Ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε γιατί θέλησε -πολύ σωστά για την εποχή εκείνη- να διοικήσει την Ελλάδα με στιβαρό χέρι, αυταρχικά. Ο Γεώργιος Α΄, ύστερα από μερικές παρεξηγήσεις που δημιουργήθηκαν από κάποιο είδος επεμβάσεων, ακολούθησε δημοκρατική πολιτική και χάρις σ΄ αυτήν περιεβλήθη με το απαραίτητο κύρος, που τον βοήθησε να επιβληθεί στον πολιτικό κόσμο της χώρας και στο λαό. Ο Γεώργιος Α΄ εξελέγη βασιλιάς της Ελλάδος από την Ελληνική Συνέλευση τον Μάρτιο του 1863, έξι
Πορτρέτο του Γεωργίου Α΄ με στολή ευζώνου, μόλις έφτασε στην Ελλάδα, το 1863.
μήνες περίπου μετά την ανατροπή και εξορία του Όθωνα και αφού στο μεταξύ προηγήθηκαν διαβουλεύσεις μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων -Αγγλίας, Ρωσίας και Γαλλίας. Η αποδοχή της εκλογής και του στέμματος της Ελλάδος έγινε από τον τότε βασιλιά της Δανίας Φερδινάνδο, θείο του Γεωργίου Α΄, επειδή ο εκλεγείς βασιλιάς των Ελλήνων ήταν ακόμη ανήλικος.(Νεωτερες μελετες αποδεικνυουν οτι ο Γεωργιος ελκει την καταγωγή του απο την βυζαντινη Μακεδονικη Δυναστεια ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ).

Η αντιπροσωπεία

Την επίσημη ανακοίνωση της εκλογής του Δανού πρίγκιπα Γεωργίου για το θρόνο της Ελλάδος θα έκανε τριμελής αντιπροσωπεία που θα μετέβαινε γι΄ αυτό στην Κοπεγχάγη. Η αντιπροσωπεία απετελείτο από τον ήρωα του 1821, ναύαρχο και κατ΄ επανάληψη πρωθυπουργό, Κων. Κανάρη, καθώς και τους πληρεξούσιους του Έθνους Θρασ. Ζαΐμη και Δημ. Γρίβα. Τα μέλη της αντιπροσωπείας έφθασαν στην Κοπεγχάγη στις 12 Απριλίου και στις 25 Μαΐου 1863, κατά τη διάρκεια ειδικής τελετής στα δανικά ανάκτορα, πρόσφεραν το στέμμα της Ελλάδος στο βασιλιά Φερδινάνδο, που το
παρέλαβε για λογαριασμό του ανήλικου ανιψιού του, που στεκόταν δεξιά του, μέσα στη λαμπροστολισμένη αίθουσα του θρόνου. Μετά την παραλαβή του στέμματος ο Φερδινάνδος ανακοίνωσε στους Ελληνες πληρεξούσιους την εκ μέρους της Αγγλίας, με την ευκαιρία της εκλογής του Γεωργίου Α΄, παραχώρηση στην Ελλάδα των Επτανήσων, γεγονός που χαιρετιζόταν με ενθουσιασμό στην Αθήνα. Ιδιαίτερα συγκλονιστική ήταν η απάντηση του Γεωργίου Α΄ σε προσφώνηση του Κων. Κανάρη, κατά τη διάρκεια της τελετής: «Σκιρτά η ψυχή μου εξ αγαλλιάσεως -τόνιζε ο Γεώργιος- διότι δέχομαι σήμερα τους αντιπροσώπους του ελληνικού έθνους και συγκινούμαι βαθέως ακούων αυτούς εκ στόματος ανδρός, του οποίου το ένδοξον όνομα μένει αναποσπάστως συνηνωμένον με την αναγέννησιν της Ελλάδος... Γεννηθείς και ανατραφείς εις τόπον όπου η νόμιμος τάξις, συμβαδίζουσα με την αληθή πολιτειακήν ελευθερίαν, ανήγαγεν εις καρποφόρον ανάπτυξιν, κομίζω δίδαγμα το οποίον θα μείνη ανεξάλειπτον εις την μνήμην μου και θ΄ αποτυπώση εις την καρδίαν μου το έμβλημα
του βασιλείως της Δανίας: Ισχύς μου η αγάπη του λαού».

Καλός Έλλην

Επιστρέφοντας στην Αθήνα, η τριμελής επιτροπή παρέδωσε στην Εθνική Συνέλευση επιστολή του Γεωργίου Α΄, στην οποία ο νέος βασιλιάς τόνιζε: «Μοναδικό καθήκον μου αισθάνομαι να ζήσω και να πεθάνω ως καλός Ελλην...». Και πράγματι ο Γεώργιος Α΄ έζησε ως καλός Έλληνας και πέθανε για την ιδέα και το μεγαλείο της Ελλάδος. Πριν έλθει στην Ελλάδα, ο Γεώργιος επισκέφθηκε τις μεγάλες πρωτεύουσες της Ευρώπης, από τις οποίες θα αντλούσε τη δύναμή του για την προώθηση των ελληνικών συμφερόντων και στην υποστήριξη των οποίων απέβλεπε για τη δικαίωση των εθνικών πόθων. Ανεχώρησε από την Κοπεγχάγη στις 5 Σεπτεμβρίου 1863 και επισκέφθηκε κατά σειρά την Πετρούπολη, τις Βρυξέλλες, το Λονδίνο και το Παρίσι, στις Αυλές των οποίων έγινε δεκτός με ιδιαίτερη θέρμη και υποσχέσεις για υποστήριξή του. Για την Ελλάδα ανεχώρησε από την Τουλώνα επιβαίνοντας της φρεγάτας «Ελλάς» την οποία
συνόδευαν τιμητικά ένα αγγλικό και ένα γαλλικό πολεμικό, που κατέπλευσαν στον Πειραιά στις 18 Οκτωβρίου 1863, μέσα σε γενικό λαϊκό ενθουσιασμό. Από τον Πειραιά, ο Γεώργιος έφθασε στην Αθήνα, στο μέσο μιας λαμπρής πομπής από άμαξες και κατευθύνθηκε πρώτα στη Μητρόπολη, όπου τον προσφώνησε ο Μητροπολίτης Θεόφιλος. Στη συνέχεια ο Γεώργιος κατευθύνθηκε στα ανάκτορα και το απόγευμα, ντυμένος πολιτικά, έκανε τον πρώτο του περίπατο στην Αθήνα. Την επομένη μετέβη στην Εθνοσυνέλευση και έδωσε τον όρκο του βασιλέως. Η Εθνοσυνέλευση είχε εκείνη την εποχή, το έργο της συντάξεως και ψηφίσεως του νέου Συντάγματος της χώρας -έργο που επρόκειτο να δημιουργήσει τις πρώτες δυσκολίες στον Γεώργιο, στο θέμα των σχέσεών του με την εκτελεστική και τη νομοθετική εξουσία. Οι εργασίες της ψηφίσεως του Συντάγματος καθυστερούσαν πολύ και αδικαιολόγητα, πράγμα που ανάγκασε τον Γεώργιο να επέμβει και να ζητήσει την επίσπευσή τους, ένα χρόνο περίπου μετά την άφιξή του στην Ελλάδα. Το αίτημα του βασιλέως διατυπώθηκε με τη μορφή διαγγέλματος προς την Εθνοσυνέλευση, που διάβασε προς τα μέλη της ο πρόεδρός της Κων. Κανάρης. Το περιεχόμενο του βασιλικού εγγράφου είναι σε
ιδιαίτερα αυστηρό τόνο και αποτελούσε στην ουσία τελεσίγραφο, αφού έθετε ημερομηνίες εντός των οποίων έπρεπε το Σύνταγμα να ψηφισθεί. Προς στιγμήν το βασιλικό έγγραφο χαρακτηρίσθηκε «σκαιόν» και προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Το γενικό κλίμα όμως ήταν υπέρ του βασιλέως, διότι ο λαός είχε δυσφορήσει από τη χρονοτριβή της ψηφίσεως του Καταστατικού Χάρτη της χώρας, που άφηνε σε εκκρεμότητα τις πολιτικές εξελίξεις. Γι’ αυτό και η πλειοψηφία των αντιπροσώπων του λαού στην Εθνοσυνέλευση ψήφισε υπέρ της επιταχύνσεως των συζητήσεων και της διαδικασίας ψηφίσεως του Συντάγματος. Το αποτέλεσμα ήταν να ψηφισθεί το Σύνταγμα μέσα στις ημερομηνίες που έθετε ο Γεώργιος, ο οποίος στις 28 Νοεμβρίου 1864 ορκίστηκε σ΄ αυτό σε ειδική τελετή. Το νέο Σύνταγμα ήταν σύγχρονο, φιλελεύθερο και προοδευτικό για την εποχή του, γι΄ αυτό και επέζησε επί πολλές δεκαετίες, με μια αναθεώρηση μόνο το 1911 και μία το 1927. Το Σύνταγμα του 1864 αποτέλεσε τη βάση και για το Σύνταγμα του 1952. Η πρώτη επέμβαση συνεπώς του Γεωργίου στα πολιτικά πράγματα της χώρας είχε θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις οι επεμβάσεις του συμβούλου του Σπόνεκ, ο οποίος
παραδόξως επεδείκνυε και μισελληνισμό! Ο κόμης Σπόνεκ ήλθε στην Ελλάδα συνοδεύοντας τον Γεώργιο για να τον μυήσει στη διπλωματική τέχνη και να τον βοηθήσει στη διατήρηση της επαφής με την ευρωπαϊκή διπλωματία. Οι επεμβάσεις, όμως, του Σπόνεκ στην πολιτική ζωή του τόπου, η κατεδάφιση, ύστερα από διαταγή του, των φρουρίων της Κέρκυρας και η προσπάθειά του να μετατρέψει την Ελλάδα σε ουδέτερο και αφοπλισμένο κράτος, υπό την εγγύηση των Μεγάλων Δυνάμεων, αποτέλεσαν την αιτία γενικής κατακραυγής εναντίον του, πράγμα που έκανε τον Γεώργιο να τον διώξει σύντομα. Λίγους μήνες μετά την άφιξή του στην Αθήνα, ο Γεώργιος επεδίωξε να αποκτήσει δική του εικόνα για τον ελληνικό λαό και τις συνθήκες διαβιώσεως του, καθώς και για την κοινωνική και οικονομική κατάσταση της χώρας. Γι΄ αυτό και αποφάσισε να πραγματοποιήσει μακρά περιοδεία σε όλη την επικράτεια, που άρχισε τον Μάιο του 1864. Ο βιογράφος τoυ Γεωργίου, Βάλτερ Κρίστμας, αναφέρει στο βιβλίο του: «Την εποχήν εκείνην ουδεμία υπήρχεν βατή οδός εκτός οδών τινων εις τα περίχωρα των Αθηνών. Δεν υπήρχον ή ατραποί μόνον διασχίζουσαι τα όρη». Ο Βασιλεύς και η ακολουθία του ηναγκάσθησαν επομένως να
περιέλθωσιν την χώραν επιβαίνοντες ημιώνων. Ήρχισεν ούτω μία, κυριολεκτικώς, θριαμβευτική πομπή, ήτις διά Κόρινθου, Άργους, Τριπόλεως και Σπάρτης κατέληξεν εις Καλαμάς, όπου ανέμενεν η φρεγάτα «Ελλάς». »Η εντύπωσις εκ του πρώτου αυτού ταξειδίου του ανά τας νοτίους επαρχίας του Κράτους του δεν παρέσχεν εις τον Βασιλέα εντύπωσιν ευημερίας και προόδου, διότι πανταχού αι πεδιάδες και τα οροπέδια έφερον ακόμη τα ίχνη της καταστροφής και της ερημώσεως, ην επέφεραν τα στρατεύματα του Ιβραήμ πασά, αν και είχον παρέλθη τριάκοντα σχεδόν έτη από της τρομερός εκείνης επιδρομής των Τουρκαράβων. Η ερήμωσις ήτο τοιαύτη, ώστε μόνον ολίγαι καλύβαι ωρθούντο ακόμη επί των ερειπίων των χωρίων και των πόλεων. »Οπουδήποτε όμως και αν ενεφανίζετο η βασιλική πομπή ο λαός συνέρρεε πέριξ αυτών. Γέροντες και νέοι, ρωμαλέοι ή ασθενείς, γυναίκες και παιδιά, έσπευδον προς προϋπάντησιν του νεαρού Βασιλέως διά να ζητωκραυγάσουν και διά να τον βεβαιώσουν περί της αγάπης των και της υποταγής των». Οι εμπειρίες του Γεωργίου από το ταξίδι του αυτό ήταν ευχάριστες, γιατί διαπίστωσε την αγάπη και την αφοσίωση προς αυτόν του λαού, αλλά και δυσάρεστες γιατί αντελήφθη ότι μεγάλη
απόσταση χώριζε την υπανάπτυκτη Ελλάδα από την πολιτισμένη και προηγμένη Ευρώπη. Την κατάσταση αυτή περιγράφει ο Κρίστμας κατά τρόπο σύντομο μεν αλλά έξοχα παραστατικό: «Τα πράγματα είχον περιέλθη εις τοιαύτην κατάστασιν, ώστε εις πολλάς επαρχίας η μηχανή της διοικήσεως είχε σταματήσει. Εις άλλας επαρχίας ελειτούργει πλημμελέστατα, ως εάν να μη εκίνει πλέον τους τροχούς άξων. Κατά την επανάστασιν προς έξωσιν του Όθωνος, το πλείστον των δημοσίων υπαλλήλων επαύθη ή παρητήθη, για να αντικατασταθή παρά πεπειραμένων και απείθαρχων τυχοδιωκτών. »Και επειδή ουδείς εγνώριζε τι τέξεται η επιούσα, ουδέν εδείκνουν ενδιαφέρον διά την διοίκησιν, ούτως ώστε είχεν επέλθη γενική εξάρθρωσις της Κυβερνητικής μηχανής. Τα δικαστήρια παρέλυσαν και έπαυσαν να συνεδριάζουν, καθ΄ όσον μάλιστα αι φυλακαί είχον ανοιχθή και ορδαί εγκληματιών -“θυμάτων της τυραννίας”- έλαβον και πάλιν θέσιν εις την κοινωνίαν. Η εξάρθρωσις αύτη του Κράτους έδωκε, φυσικώς, νέαν ζωήν εις την ληστείαν, οι φόροι δεν εισπράττοντο πλέον, το δε Δημόσων Ταμείον ήτο κενόν. »Πρώτη ανάγκη ήτο να καθορισθή το πολίτευμα και να αρχίση λειτουργούσα η κοινοβουλευτική μηχανή. Ευτυχώς δεν υπήρχε σπάνις ικανών και πεπειραμένων ανδρών μεταξύ των αντιπροσώπων του λαού. Σοφοί καθηγηταί του Πανεπιστημίου,
αξιωματικοί εν ενεργεία του στρατού της ξηράς και της θαλάσσης, άνδρες ειδήμονες των επιστημών και της γεωργίας, διακεκριμένοι συγγραφείς και δημοσιογράφοι ευρίσκοντο μεταξύ των Βουλευτών. Τέλος, υπήρχε και ομάς πολιτικών με ρητορικόν τάλαντον και πείραν». Τέσσερα χρονιά ακριβώς μετά την άφιξή του στην Ελλάδα, ο Γεώργιος σε ηλικία 22 ετών, παντρεύτηκε τη Μεγάλη Δούκισσα της Ρωσίας Όλγα, ηλικίας 16 μόλις ετών. Η απόφαση του Γεωργίου να παντρευτεί σε νεαρή ηλικία οφείλεται στη μοναξιά που ένιωθε στο παλάτι και σε χώρα στην οποία δεν είχε συγγενείς Ο Γεώργιος γνώρισε την Όλγα το 1863, στο πρώτο του ταξίδι στην Πετρούπολη, πριν έλθει στην Ελλάδα. Την απόφασή του, όμως, για γάμο δεν την ανακοίνωσε στην τότε κυβέρνηση Κουμουνδούρου και προκλήθηκε πολιτικό θέμα.

Αισθηματική

Ο τότε υπουργός Εξωτερικών X. Τρικούπης πρότεινε στον Κουμουνδούρο να παραιτηθεί, αλλά ο πρωθυπουργός δεν δέχθηκε, τονίζοντας ότι, πέραν του πολιτικού
και διπλωματικού θέματος, ο γάμος είναι και υπόθεση αισθηματική και ανθρώπινη και «τα γενόμενα ουκ απογίνεται». Οι γάμοι έγιναν στη ρωσική πρωτεύουσα με ιδιαίτερη λαμπρότητα και 9 μήνες αργότερα γεννιόταν στην Αθήνα ο διάδοχος του θρόνου, στον οποίο δόθηκε το θρυλικό για τον ελληνισμό όνομα Κωνσταντίνος. Οι Ελληνες αποκτούσαν πλέον εθνικό πρίγκιπα, που κάποια μέρα θα γινόταν βασιλιάς. Ένας βασιλιάς που είχε γεννηθεί στην Ελλάδα. Στην περίοδο των γάμων του Γεωργίου και της γεννήσεως του διαδόχου οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πέρασαν από βαθιά κρίση, καθώς και η επανάσταση που είχε εκραγεί στην Κρήτη ζητούσε την ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα. Την ίδια εποχή δημιουργούνταν αντάρτικά σώματα που εισήρχοντο στο τουρκικό έδαφος και αγωνίζονταν για την απελευθέρωση της Μακεδονίας, ενώ ενισχύσεις κυρίως από εθελοντές αλλά και πολεμικό υλικό αποστέλλονταν και στην Κρήτη. Αιφνιδιαστικά είχε δημιουργηθεί πολεμική ατμόσφαιρα και στη φωτιά έριχνε λάδι ο πολιτικός Δημ. Βούλγαρης. Και μόνο ύστερα από επέμβαση του Βασιλιά αποφεύχθηκε εκτράχυνση της καταστάσεως και απομακρύνθηκε το ενδεχόμενο πολεμικής συρράξεως με την Τουρκία. Ο Βούλγαρης
ήταν ένας από τους σημαντικότερους πολιτικούς των πρώτων χρόνων της βασιλείας του Γεωργίου. Άλλοι σημαντικοί, επίσης, ήταν ο Κανάρης και ο Ρούφος. Και λίγο αργότερα οι Δεληγεώργης, Τρικούπης, Κουμουνδούρος και Δεληγιάννης. Και στα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα οι Θεοτόκης, Ράλλης και Βενιζέλος. Οι περισσότεροι απ΄ αυτούς είχαν έλθει σε ρήξη με τον Γεώργιο, για να αποκαταστήσουν κατόπιν τις σχέσεις τους μαζί του και να συνεργαστούν. Ο Βούλγαρης ήταν ο λιγότερο κοινοβουλευτικός όλων. Επρόκειτο για χαρακτήρα αυταρχικό, με δικτατορικές τάσεις. Και οι βίαιες παρεμβάσεις του στις εκλογές δημιουργούσαν προβλήματα στην πολιτική ζωή του τόπου. Σε μία από τις παρεμβάσεις αυτές, το 1874, οι Δεληγεώργης και Τρικούπης απέτυχαν να εκλεγούν βουλευτές, λόγω της βίας και της νοθείας που ασκήθηκε εις βάρος τους.

Ο πταίων

Με άρθρο του, τότε υπό τον τίτλο: «Τις πταίει» που δημοσιεύτηκε στους «Καιρούς» του Π. Κανελλίδη, ο X. Τρικούπης κατήγγειλε ότι «πταίων» ήταν ο Βασιλιάς. «Το Έθνος -τόνιζε ο Τρικούπης- δεν πταίει. Μετά τα παθήματα του 1862 τίθεται εκ νέου εις το Έθνος το δίλημμα της υποταγής εις την αυθαιρεσίαν ή της επαναστάσεως. Είναι το Έθνος καταδικαστέον διότι δεν σπεύδει να παραδεχθή το δεύτερον». Και κατέληγε επικρίνων τον Γεώργιον, τονίζοντας: «Ενόσω η βασιλεία προσφέρει την εξουσίαν, τη διάλυσιν και τις επεμβάσεις ως βραβείον εις τας εν της Βουλή μειοψηφίας, θα πολλαπλασιάζονται επ΄ άπειρον οι μνηστήρες της Αρχής»! Το άρθρο αυτό αποτέλεσε σταθμό στην κοινοβουλευτική και πολιτική ζωή του τόπου, έφερε τον Τρικούπη στο κέντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος και συντέλεσε στο να διατυπωθεί από τον Τρικούπη, το 1875, η αρχή της «δεδηλωμένης». Μ΄ αυτήν ο Μεσολογγίτης πολιτικός έδινε τη δυνατότητα στη βασιλεία να πολιτευθεί όπως η αγγλική μοναρχία, λαμβάνοντας στο εξής υπόψη της την αριθμητική δύναμη των κομμάτων στη Βουλή και δίνοντας την εντολή σχηματισμού κυβερνήσεως στους έχοντας την πλειοψηφία («αρχή δεδηλωμένης») στο Κοινοβούλιο, κομματικού σχηματισμού.
Επακολούθησε μια ταραχώδης πενταετία κατά τη διάρκεια της οποίας το προέχον γεγονός ήταν ο Ρωσοτουρκικός Πόλεμος από τη διεξαγωγή του οποίου η Ελλάδα δεν επωφελήθηκε λόγω της εσωτερικής πολιτικής της κρίσεως. Παρ΄ όλα αυτά το 1881, η Θεσσαλία και μέρος της Ηπείρου προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα, πράγμα που αύξησε το γόητρο του Γεωργίου. Η επόμενη δεκαετία, η τελευταία του περασμένου αιώνα, υπήρξε ασφαλώς η πιο ταραχώδης στη ζωή του Γεωργίου, με δύο βαριές οικονομικές κρίσεις για την Ελλάδα και έναν άφρονα πόλεμο που κατέληξε σε δυσβάσταχτη ήττα. Η πρώτη οικονομική κρίση επήλθε το 1892 και ο Γεώργιος που ήταν αντίθετος με τη δημοσιονομική πολιτική του τότε πρωθυπουργού Δεληγιάννη, διαφώνησε στην επιβολή νέων φόρων στις πλάτες του δυστυχούς Έλληνα πολίτη και απέλυσε την κυβέρνηση, έχοντας με το μέρος του το λαό, που δεν δέχθηκε να εξεγερθεί όπως τον παρακινούσαν οι Δεληγιαννικοί.

Η κρίση

Η δεύτερη οικονομική κρίση επήλθε το 1895 και όταν ο Τρικούπης προσπάθησε να επιβάλει πάλι νέους φόρους, συνάντησε την αντίδραση του Γεωργίου και του λαού που
τον καταψήφισε στις εκλογές που έγιναν. Το δραματικότερο ωστόσο γεγονός, κατά τη βασιλεία του Γεωργίου, ήταν ο πόλεμος με την Τουρκία, το 1897. Πόλεμος, που προκλήθηκε από τον ενθουσιασμό που προξενούσαν στον ελληνικό λαό οι επιτυχίες των επαναστατών στην Κρήτη. Νόμιζαν τότε πολλοί ότι είχε έλθει η ώρα να απελευθερωθούν και άλλα αλύτρωτα εδάφη προς Βορράν των ελληνικών συνόρων. Ο πόλεμος άρχισε στις 8 Απριλίου 1897 και τελείωσε μετά 11/2 μήνα, με ήττα των ελληνικών στρατευμάτων στη Θεσσαλία και υποχώρηση στην Κρήτη για να επιστραφούν τα θεσσαλικά εδάφη. Η Ελλάδα θα πλήρωνε στην Τουρκία αποζημίωση 4 εκατ. τουρκικών λιρών και διεθνής οικονομικός έλεγχος συνίστατο από τους συμμάχους για την είσπραξη της ελληνικής οφειλής. Από τον πόλεμο, ωστόσο, αυτόν τραυματίστηκε σοβαρά το γόητρο της βασιλείας, γιατί επικεφαλής των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και αρχηγός των επιχειρήσεων ήταν ο ίδιος ο διάδοχος Κωνσταντίνος. Οι αντιθέσεις κατά του Γεωργίου έγιναν οξύτατες μετά τον πόλεμο αυτόν και αν δεν ήταν ο ίδιος τόσο εύστροφος και προσαρμοσμένος θα είχε ίσως την τύχη του Όθωνα. Γρήγορα, πάντως, ο Γεώργιος επανέκτησε το γόητρό του, βοήθησε
στην ενίσχυση των επαναστατικών ενεργειών στη Μακεδονία και προετοίμασε το στρατό για την πολεμική λαίλαπα που έβλεπε επερχομένη, μετά την επανάσταση των νεοτούρκων. Το γεγονός, πάντως, που βοήθησε στην καλύτερη προπαρασκευή του στρατού και τη γενικότερη προετοιμασία της χώρας (ψυχολογική, οικονομική, στρατιωτική και πολιτική) ήταν η επανάσταση του 1909, από τον Ζορμπά, στο Γουδί και η απ΄ αυτήν πρόσκληση του Ελευθερίου Βενιζέλου να αναμειχθεί στην πολιτική ζωή του τόπου.

Η στασιμότητα

Ο Γεώργιος, που έβλεπε τη στασιμότητα σε όλους τους τομείς από την ακυβερνησία της χώρας, αποδέχθηκε την επανάσταση, προσχώρησε στην ιδέα προσκλήσεως του Βενιζέλου από την Κρήτη και συγκατατέθηκε στην άμεση διεξαγωγή των εκλογών, που έφεραν τον Βενιζέλο στην εξουσία και σε όλα εκείνα τα μέτρα (νέο Σύνταγμα, αναδιοργάνωση του στρατού κ.λπ.) που προετοίμασαν τους θριάμβους των
Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913. Σε μια περίοδο που το Έθνος ήταν όσο ποτέ άλλοτε ενωμένο, καλά οργανωμένο και έτοιμο να εφορμήσει για την απελευθέρωση και άλλων εδαφών, όταν θα δινόταν το σύνθημα, ο Γεωργός Α΄, που είχε συμβάλει αποφασιστικά στις λαμπρές αυτές επιτυχίες, δολοφονήθηκε. Η δολοφονία του Γεωργίου έγινε το απόγευμα της 5ης Μαρτίου 1913, στη Θεσσαλονίκη, όπου ο βασιλιάς είχε εγκατασταθεί αμέσως μετά την κατάληψή της από τα ελληνικά στρατεύματα, τον Οκτώβριο του 1912, για να τονίσει με την εκεί παρουσία του την αποφασιστικότητα της Ελλάδας να κρατήσει την πόλη. Ο βασιλιάς είχε βγει εκείνο το απόγευμα για να κάνει τον περίπατό του στους δρόμους της Θεσσαλονίκης, πράγμα που συνήθιζε για να έλθει σ΄ επαφή με τους κατοίκους της και να γνωρίσει την πόλη. Το λάθος του Γεωργίου ήταν ότι περπατούσε σε μια πόλη -όπου εκείνη την εποχή υπήρχαν εκατοντάδες πράκτορες των εχθρών και κυρίως των Βουλγάρων και διάφορα αναρχικά στοιχεία- χωρίς επαρκή συνοδεία. Συνοδευόταν από έναν μόνο υπασπιστή του που δεν πρόλαβε να τον σώσει, όταν ο Σχοινάς, όπως λεγόταν ο δολοφόνος, πυροβόλησε εναντίον του. Ο βαρύτατα τραυματισθείς Γεώργιος μεταφέρθηκε αμέσως στο Παπάφειο Νοσοκομείο, όπου εξέπνευσε σε λίγα λεπτά της ώρας. Η κηδεία του Γεωργίου έγινε στην Αθήνα, στις 21 Μαΐου, και η σορός του ετάφη στο βασιλικό κτήμα, στη Δεκέλεια. Ο θάνατος του Γεωργίου εστοίχισε ακριβά στην Ελλάδα, διότι, είναι βέβαιο ότι αν ζούσε δεν θα επήρχετο η διαφωνία Βενιζέλου-Βασιλέως για το αν θα έπρεπε να συμμετάσχει η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μια διαφωνία που οδήγησε στο διχασμό του Έθνους. Ο Γεώργιος, ως φίλος των Άγγλων που ήταν, και αν ακόμη παραιτείτο του θρόνου, όπως ελέγετο ότι σχεδίαζε να κάνει, υπέρ του γιου του, Κωνσταντίνου, δεν θα επέτρεπε ποτέ σ΄ αυτόν να ακολουθήσει πολιτική ουδετερότητας. © ΤΙΤΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΗΣ «ΕΛΛΑΔΑ 20ός ΑΙΩΝΑΣ» ΕΚΔΟΣΗ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ



from ανεμουριον https://ift.tt/30E69oV
via IFTTT
https://www.kaliterilamia.gr/2019/09/1845-1913.html