ΒΑΣΙΛΕΙΑ - ΕΘΝΑΡΧΙΑ

Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β ΄ ΑΔΙΚΑ ΕΧΑΣΕ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟ ΤΟΥ . ΠΑΡΑΜΕΝΕΙ ΟΜΩΣ ΠΑΝΤΟΤΕ Ο ΗΓΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ. Ο ΕΘΝΑΡΧΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΕΙΝΑΙ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΗΓΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ.Ο ΕΘΝΑΡΧΗΣ ΒΑΣΙΛΕΑΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ.ΜΕ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΟΡΑΤΗ Η ΡΩΜΕΙΚΗ ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΟΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ.

KING CONSTANTINE ΙΙ EXTRACTED OF HIS THRONE UNFAIRLY . BUT ALWAYS REMAIN THE NATIONAL LEADER. THE NATIONAL ROLE OF THE KING IS INDEPENDENT FROM THE HEAD OF THE STATE. KING IS ALWAYS THE FATHER OF THE NATION. WITH MONARCHY BECOME VISIONABLE THE ROMAN FOLLOWING OF THE GREEK NATION.

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΘΥΡΕΟΣ

ΒΑΣΙΛΙΚΟΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ   ΘΥΡΕΟΣ
ΙΣΧΥΣ ΜΟΥ Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2018

ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΟΦΡΟΝΑ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟ ΔΕΝ ΘΑ ΑΓΟΡΑΖΕ Η ΕΛΑΔΑ ΤΟ ΘΩΡΗΚΤΟ ''ΑΒΕΡΩΦ'' . Ο ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ.

 Ο ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΠΑΤΡΙΩΤΗΣ ! ΑΞΙΖΕΙ ΤΗΝ ΜΗΝΜΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΕΒΑΣΜΟ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΟΦΡΟΝΩΝ !
Περικλής I. Αργυρόπουλος: μια βιογραφία (1871-1953)
αναρτήθηκε από Ιωάννης Φιλίστωρ Οκτωβρίου 21, 2018




γράφει ο Φιλίστωρ

Πρόλογος - Σπουδές και σταδιοδρομία στο Ναυτικό (1871-1904)


Ο Περικλής Ι. Αργυρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1871 και προερχόταν από γνωστή πολιτική οικογένεια καθώς ο πατέρας του Ιάκωβος ήταν διπλωμάτης. Αρχικά σπούδασε στην σχολή ναυτικών δοκίμων και συμπλήρωσε τις σπουδές του στην Αγγλία και στη Γαλλία. Στα χρόνια αυτά απέκτησε εκτός της επαγγελματικής του μόρφωσης και ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση, ενώ ήταν και γλωσσομαθής. Στον "ατυχή" πόλεμο του 1897 είχε διακριθεί στις ναυτικές επιχειρήσεις στη Κρήτη ως κυβερνήτης τορπιλοβόλου. Από το 1902 ως διακεκριμένο και έμπειρο στέλεχος του Ελληνικού ναυτικού, προβληματίστηκε πάνω στον εκσυγχρονισμό του όπλου σε συνδυασμό με τις γενικότερες γεωστρατηγικές εξελίξεις στη περιοχή, αλλά και τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες του ελληνικού κράτους σε εκείνη τη περίοδο. Συμπτωματικά έμαθε τη μυστική απόφαση της κυβέρνησης Θεοτόκη να εξοπλίσει το ελληνικό ναυτικό με ελαφρά αντιτορπιλικά σύμφωνα με το σχέδιο του Γάλλου ναυάρχου Φουρνιέ που αποτυπώθηκε σε σχετική έκθεση που υπέβαλλε ο πρίγκιπας Γεώργιος στη κυβέρνηση.



Ο Αργυρόπουλος αντιστάθηκε με όλες του τις δυνάμεις στη προοπτική αυτή, καθώς διέβλεπε ότι ο νέος σχεδιασμός με ελαφρά ευέλικτα πλοία εξυπηρετούσε μόνο τη Γαλλία που ήθελε τα Ελληνικά πλοία ως συμπλήρωμα του δικού της στόλου στην ανατολική Μεσόγειο, που τον αποτελούσαν βαριά θωρηκτά και καταδρομικά. Αντίθετα δεν εξυπηρετούσε τα Ελληνικά συμφέροντα καθώς ο Ελληνικός στόλος θα έχανε κάθε πιθανότητα νίκης εναντίον του αντίστοιχου Τουρκικού που διέθετε ισχυρά θωρηκτά, αν και κάποια από αυτά εντελώς πεπαλαιωμένα. Η θέση του Αργυρόπουλου ήταν δύσκολη καθώς όφειλε να αντιπαρατεθεί με τον αδερφό του Βασιλιά πρίγκιπα Γεώργιο, κάτι που ως φανατικός βασιλόφρονας ήθελε πάση θυσία να αποφύγει σε μια εποχή που ο Θεσμός βρισκόταν σε κρίση. Τελικά ο Αργυρόπουλος με ατράνταχτα επιχειρήματα και με βοηθούς του τους υποπλοιάρχους Μιχαήλ Γούδα και Λυκούργο Τσουκαλά (μετέπειτα και οι δύο πολιτευτές των αντιβενιζελικών στο Μεσοπόλεμο), κατάφερε να αλλάξει την κυβερνητική απόφαση. Ο Θεοτόκης άλλαξε πολιτική επί του θέματος καθώς κατάλαβε πόσο μεγάλο λάθος του ήταν να μη συμβουλευτεί τους αρμόδιους Έλληνες αξιωματικούς, ενώ για να γίνουν οι παρασκηνιακές συνεννοήσεις με την ομάδα των αξιωματικών που εξέφραζαν αντιρρήσεις στις Γαλλικές προτάσεις, σημαντική συμβολή είχε και ο Νικόλαος Στράτος που άνηκε τότε στο Θεοτοκικό κόμμα.


Το "Ναυτικόν της Ελλάδος πρόγραμμα" και η συμμετοχή στην "επανάσταση στο Γουδή" (1904-1909)



Βασικό εργαλείο της όλης της προσπάθειας του Αργυρόπουλου να αλλάξει ο ναυτικός προσανατολισμός της χώρας ήταν η βαρυσήμαντη μελέτη "Το ναυτικόν της Ελλάδος πρόγραμμα" που συντάχθηκε το 1904 και αρχικά δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στον ημερήσιο τύπο ενώ αργότερα κυκλοφόρησε σε μορφή αυτόνομου φυλλαδίου το 1907. Αναμφίβολα η μελέτη αυτή υπήρξε ιδιαίτερα σημαντική για την θεμελίωση της ναυτικής ισχύος στο Αιγαίο, καθώς ο Αργυρόπουλος με στέρεα επιχειρήματα ανέλυε τους λόγους που επέβαλλαν την αγορά μεγάλων και ισχυρών θωρηκτών που θα επέτρεπαν να ισοσταθμιστεί η Τουρκική υπεροπλία στο Αιγαίο. Η μελέτη προκάλεσε σάλο καθώς αποκάλυπτε πληροφορίες για τους τουρκικούς ναυτικούς εξοπλισμούς που ως τότε δεν ήταν γνωστοί στην ελληνική κοινή γνώμη, ενώ περιείχε πολλές πληροφορίες για την κακή κατάσταση των παλαιών μονάδων του ελληνικού ναυτικού που χρειάζονταν επειγόντως επισκευές. Την εποχή εκείνη που ο Μακεδονικός Αγώνας βρισκόταν στο απόγειο του, η κοινή γνώμη πίστευε ότι ο βασικός αντίπαλος του Ελληνισμού ήταν η Βουλγαρία, έτσι σε έναν μελλοντικό πόλεμο μαζί της που θα γινόταν στη ξηρά, ο στόλος δεν θα είχε καμία χρησιμότητα. Ο Αργυρόπουλος αντιτάχθηκε έξυπνα στη συλλογιστική αυτή αναπτύσσοντας μια ευφυή επιχειρηματολογία σύμφωνα με την οποία, αν οι εχθροί της Ελλάδας είναι δύο (Βουλγαρία και Τουρκία), η Ελλάδα θα κληθεί αναγκαστικά σε πρώτο χρόνο να αναμετρηθεί με τον δεύτερο καθώς τότε ακόμη δεν συνόρευε με τη Βουλγαρία. Άρα, υποστήριξε προφητικά ότι το Ναυτικό εκτός ότι θα είναι ένα πρώτης τάξεως όπλο σε αυτή την επικείμενη αναμέτρηση, επιβάλλεται να ενισχυθεί ώστε να προστατεύσει τον στρατό ξηράς.


Όπως και πολλοί άλλοι συνάδελφοι του, ο Αργυρόπουλος είχε την χειρότερη άποψη για τα πολιτικά κόμματα της εποχής και τους αρχηγούς τους. Θεωρούσε ότι δεν έκαναν καλή διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, ενώ δεν προέβαιναν στους απαραίτητους εξοπλισμούς των ενόπλων δυνάμεων, την ίδια στιγμή που οι εξελίξεις στη περιοχή, ειδικά μετά την επανάσταση των Νεότουρκων, έμοιαζαν καταιγιστικές. Για το λόγο αυτό συμμετείχε στην επανάσταση του Γουδή το 1909, αν και ο ίδιος ήταν απαρασάλευτος υποστηρικτής του Θρόνου, ενώ γνώριζε ότι κάποιοι χαμηλόβαθμοι αξιωματικοί είχαν και αντιδυναστικές προθέσεις. Η συμμετοχή του στη συνωμοσία πριν το κίνημα είχε μοναδικό σκοπό το Ναυτικό να μη μείνει ουραγός στις εξελίξεις, αλλά από την άλλη είχε ως προσωπική κρυφή επιδίωξη να μη θιγεί ο βασιλικός Θεσμός. Μετά την επικράτηση του κινήματος, ο Αργυρόπουλος συντέλεσε στη κατάπνιξη του ναυτικού κινήματος του Τυπάλδου που είχε καθαρά ριζοσπαστικό και αντιβασιλικό προσανατολισμό.

Η αγορά του Θωρηκτού Αβέρωφ - Βαλκανικοί πόλεμοι (1910-1914)


Αναμφίβολα μια από τις μεγαλύτερες υπηρεσίες του Αργυρόπουλου στην πατρίδα του, ήταν ο σημαντικός παρασκηνιακός του ρόλος στην αγορά του θωρηκτού Αβέρωφ. Ο Αργυρόπουλος έπεισε τον υπουργό Ναυτικών Δαμιανό με τον οποίο είχε άριστες σχέσεις και ουσιαστικά συνδιοικούσε το υπουργείο, να χρησιμοποιηθεί το διαθέσιμο κληροδότημα του Γεωργίου Αβέρωφ για την αγορά ενός ισχυρού θωρηκτού. Στη διαδικασία της απόφασης βοήθησε και ο προσωπάρχης του υπουργείου Μιχαήλ Γούδας. Μετά από δραματικές διαπραγματεύσεις, η κυβέρνηση Μαυρομιχάλη τελικά δαπάνησε 23.650.000 δρχ. για την απόκτηση του. Τα 8.000.000 δρχ. προέρχονταν από το 20% της συνολικής κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ, που είχε παραχωρήσει με τη διαθήκη του στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899. Ο Αργυρόπουλος πρωταγωνίστησε τόσο στην εξεύρεση του υπολοιπόμενου ποσού εκμεταλλευόμενος τη συγγενική του σχέση με τον διοικητή της Εθνικής τράπεζας Ιωάννη Βαλαωρίτη, όσο και στις διαπραγματεύσεις για την τελική αγορά με την Ιταλική πλευρά, καθώς το πλοίο προσπαθούσε να αγοράσει εναγωνίως και η Τουρκική πλευρά.


Οι μελέτες του για το ελληνικό ναυτικό και την υπηρεσιακή του διαχείριση φαίνεται ότι επηρέασαν και την τακτική του Κουντουριώτη κατά τις νικηφόρες ναυμαχίες του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου κατά της Τουρκίας. Εκτός από ικανός επιτελικός, ο Αργυρόπουλος υπήρξε αναμφίβολα ικανός και γενναίος ναυτικός και το απέδειξε στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο καθώς ως κυβερνήτης του τορπιλοβόλου "14" συμμετείχε στην απελευθέρωση του Αγίου Ευστρατίου. Το μεγάλο του επίτευγμα όμως ήταν στις 8 Νοεμβρίου 1912, όταν ως κυβερνήτης του τορπιλοβόλου "14" εισήλθε στο λιμάνι των Κυδωνιών με μια τολμηρή αιφνιδιαστική καταδρομική κίνηση και βύθισε την Τουρκική κανονιοφόρο "Trabzon". Για την ενέργειά του αυτή, έλαβε εύφημο μνεία του υπουργού Ναυτικών για: «την ενώπιον του εχθρού εκτελεσθείσαν υπέρ Πατρίδος πράξιν». Το ναυτικό αυτό κατόρθωμα έμεινε δυστυχώς στη σκιά του αντίστοιχου κατορθώματος του Βότση, καθώς το δεύτερο έγινε στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης και είχε μεγαλύτερη συμβολική και προπαγανδιστική αξία, αφού η πόλη απελευθερώθηκε λίγες εβδομάδες μετά.


Εθνικός διχασμός και μεσοπόλεμος - κάθοδος στη πολιτική και ανάληψη χαρτοφυλακίων (1914-1932)


Κατά τον εθνικό διχασμό που ακολούθησε μετά το 1914, ο Αργυρόπουλος τάχθηκε χωρίς ενδοιασμούς υπέρ του Θρόνου και κατά του Βενιζέλου. Επέδειξε μεγάλη ναυτική και πολιτική ικανότητα όταν βρέθηκε στην ευρύτερη ναυτική περιοχή της Κέρκυρας ως κυβερνήτης του αντιτορπιλικού "Νέα Γενεά", αντιμετωπίζοντας τις ύποπτες κινήσεις Ιταλικών πλοίων που είχαν σκοπό να αμφισβητήσουν τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα στη περιοχή. Προσπάθησε με επιτηδειότητα να διασώσει το κύρος της Ελλάδας και τα προσχήματα της ουδετερότητας της έναντι των εμπολέμων τηρώντας Σε αναγνώριση των υπηρεσιών του, ορκίστηκε υπουργός συγκοινωνίας το 1916 στη κυβέρνηση Ζαΐμη. Μετά την εκθρόνιση του Βασιλιά Κωνσταντίνου και την ανάληψη της εξουσίας από τους βενιζελικούς, υπουργός Ναυτικών ανέλαβε ο Κουντουριώτης που τον αποστράτευσε από το Ναυτικό για πολιτικούς λόγους, όπως έκανε και για το σύνολο των αντιβενιζελικών αξιωματικών του Όπλου.

Εξελέγη βουλευτής Αττικοβοιωτίας τον Νοέμβριο του 1920 με δικό του κόμμα, επανήλθε στις τάξεις του Ναυτικού και αποστρατεύτηκε εκ νέου με αίτησή του στις 29 Οκτωβρίου 1922. Στα μεσοπολεμικά χρόνια ίδρυσε δικό του κόμμα στον ευρύτερο αντιβενιζελικό χώρο και προσπάθησε να συντελέσει στη πολιτική ενοποίηση του χώρου στο επιτυχημένο πρότυπο των εκλογών του 1920, ενώ συμπαρατάχθηκε με τους υπόλοιπους αντιβενιζελικούς πολιτευτές υπέρ της διατήρησης του Θρόνου στο δημοψήφισμα του 1924. Όταν ο δικτάτορας Πάγκαλος έκανε πολιτικά ανοίγματα στους αντιβενιζελικούς, ο Αργυρόπουλος ήταν ανάμεσα σε αυτούς που δέχθηκαν να συνεργαστούν μαζί του λαμβάνοντας εκ νέου το χαρτοφυλάκιο της Συγκοινωνίας στη κυβέρνηση Ευταξία. Δεν είναι άσχετη η πληροφορία ότι ο Αργυρόπουλος γνωριζόταν με τον Ευταξία από την επανάσταση του 1909, όταν ο τελευταίος είχε αναλάβει υπουργός Οικονομικών στη δοτή κυβέρνηση Μαυρομιχάλη. Από τότε είχε άριστη εικόνα για τον Ευταξία και η αποδοχή του να εισέλθει στη κυβέρνηση ίσως επηρεάστηκε και από αυτό το γεγονός. Η κυβέρνηση είχε μόλις ένα μήνα θητεία καθώς στις 22.8.1926 ανατράπηκε από τον Κονδύλη, που συνέλαβε όλους τους υπουργούς της και τους απαγόρευσε με (αντισυνταγματικό) νόμο να πολιτευτούν στις επερχόμενες εκλογές.


Πρέσβης στη Μαδρίτη και η Γερμανική πρόταση ανακωχής (1936-1941)


Αργότερα, επί κυβερνήσεως Ι. Μεταξά το 1936, ο Αργυρόπουλος διορίστηκε πρέσβης στην Ισπανία, αρχικά εκπρόσωπος της Ελληνικής κυβέρνησης στους Ισπανούς εθνικιστές του Φράνκο. Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο του 1940 και συγκεκριμένα στις 17 Δεκεμβρίου τον συνάντησε ο εκεί πρέσβης της Ουγγαρίας στρατηγός Ρούντολφ Αντόρκα, ο οποίος και του μετέφερε γερμανική πρόταση ανακωχής του ελληνοϊταλικού πολέμου, με διατήρηση των ελληνικών εδαφικών κερδών στη Βόρεια Ήπειρο. Ο Αργυρόπουλος αντελήφθη ότι η πρόταση προερχόταν από τον επικεφαλής των Γερμανικών μυστικών υπηρεσιών Φον Κανάρις, με τον οποίο οι συνεργασίες του συνομιλητή του του ήταν γνωστές. Προφανώς η πρόταση δεν ήταν αξιόπιστη και είναι ακόμη αμφίβολο αν ήταν σε γνώση του Χίτλερ, καθώς παράλληλα με αυτή, οι Γερμανοί σχεδίαζαν την εισβολή στα Βαλκάνια με την επιχείρηση "Μαρίτα".


Τη ίδια ημέρα ο Αργυρόπουλος διαβίβασε τηλεγραφικά στην Αθήνα στον Ιωάννη Μεταξά τη γερμανική πρόταση με μια συμπληρωματική εισήγηση αποδοχής της. Την πρόταση απέρριψε αμέσως ο Μεταξάς που είχε αποφασίσει να στηρίξει την συμμαχία με την Αγγλία ως το τέλος. Πάντως φαίνεται πως αργότερα περί το τέλος του ίδιου μήνα την επανεξέτασε μαζί με τον Βασιλέα Γεώργιο όπου και τελικά απορρίφθηκε. Ο Αργυρόπουλος μεταπολεμικά πολιτεύτηκε με τον Ελληνικό Συναγερμό του Αλέξανδρου Παπάγου.


Πέθανε στην Αθήνα το 1953.

Πηγές

Περικλής Ι. Αργυρόπουλος, Αναμνήσεις, εκδόσεις Αρσενίδη, Αθήνα
1996

Παναγιώτης Φουράκης, Περικλής Αργυρόπουλος ( ο θεμελιωτής της Ελληνικής ναυτικής ισχύος), εκδόσεις Ταλώς.

Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2018

Πριγκίπισσα Αικατερίνη της Ελλάδας

Πριγκίπισσα Αικατερίνη  Πριγκίπισσα της Ελλάδας  Λαίδη Μπράντραμ


H Πριγκίπισσα Αικατερίνη της Ελλάδας (4 Μαΐου 1913 - 2 Οκτωβρίου 2007) ήταν το έκτο παιδί και η δεύτερη κόρη του Βασιλιά Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ και της Βασίλισσας Βασίλισσας Σοφίας, αδελφή τριών Βασιλέων της Ελλάδας και μιας Βασίλισσας.

Γεννήθηκε στις 4 Μαΐου 1913 στην Αθήνα και ανάδοχοι της ήταν οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η μητέρα της ήταν αδελφή του Κάιζερ της Γερμανίας.
Κατα την διαρκεια του αποκλεισμου του Πειραια κινδυνεψε να σκοτωθει απο ενα βλημα πυροβολου  που εριξαν οι γαλλοι  στα ανακτορα.
Η εξορία έγινε τρόπος ζωής για την Αικατερίνη. To 1917 ακολούθησε τους γονείς της στην Ελβετία, μετά τον εξαναγκασμό από την Αντάντ του Κωνσταντίνου σε παραίτηση, το 1920 επιστρέφει στην Ελλάδα όπου μετά από δύο χρόνια ο πατέρας της παραιτείται του θρόνου και πηγαίνουν και πάλι εξορία αυτή τη φορά στη Σικελία, όπου ο Κωνσταντίνος πεθαίνει το 1923.

Κατόπιν μαζί με τη μητέρα της και την αδελφή της Ελένη κατοικούν στη Φλωρεντία, στη Βίλα Σπάρτα όπου μυείται στη ζωγραφική.
Την εκπαίδευσή της την έλαβε στην Αγγλία ως εσωτερική στο Broadstairs πριν πάει στο North Foreland Lodge. Το 1934 ήταν παράνυφος, μαζί με την τότε Πριγκίπισσα Ελισάβετ, στο γάμο της πρώτης εξαδέλφης της Πριγκίπισσας Μαρίνας με τον Δούκα του Κεντ.

Και οι τρεις αδελφοί της Αικατερίνης έγιναν Βασιλείς των Ελλήνων. Ο Αλέξανδρος Α΄από το 1917 έως το 1920, ο Γεώργιος Β΄ από το 1922 έως το 1924, και από το 1935 έως το 1947 και ο Παύλος Α΄ από το 1947 έως το 1964. Η αδελφή της Ελένη ήταν Βασιλομήτωρ της Ρουμανίας.

Ο Θυρεός της Ελληνικής Βασιλικής Δυναστείας

Στην παλινόρθωση του Γεωργίου Β΄ το 1935, επέστρεψε στην πατρίδα της αλλά το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου την ανάγκασε να φύγει για μια άλλη φορά. Το1941, με την εισβολή των Γερμανών στην Ελλάδα, έφυγε μαζί με τον αδελφό της Παύλο και τη νύφη της Φρειδερίκηστην Κρήτη και από εκεί στην Αίγυπτο και στη Νότια Αφρική
Η Αικατερίνη εργάσθηκε ως νοσοκόμα σε νοσοκομείο στο Κέιπ Τάουν
Για τέσσερα χρόνια δεν είχε καθόλου νέα της αδελφής της Ελένης, Βασιλομήτορος της Ρουμανίας.

Οικογένεια
Με το τέλος του πολέμου επέστρεψε στην Αγγλία, και το 1947 παντρεύτηκε τον Ταγματάρχη Ρίτσαρντ Μπράντραμ (5 Αυγούστου 1911- 5 Απριλίου 1994), παίκτη του ράγκμπι. Το ζευγάρι γνωρίσθηκε εν πλω στο πλοίο «Ασκόνια» όταν και οι δύο επέστρεφαν στην Αγγλία από την Αλεξάνδρεια. Ο Ρίτσαρντ Μπράντραμ υπηρετούσε στη Βαγδάτη.


Ο τάφος της πριγκίπισσας Αικατερίνης στο Τατόι

Ο αδελφός της Γεώργιος Β΄ πέθανε τρεις εβδομάδες πριν το γάμο της στην Αθήνα και έτσι το ζευγάρι πάντρεψε ο αδελφός της Βασιλιάς Παύλος Α΄
Ο γάμος έγινε στα Ανάκτορα των Αθηνών στις 21 Απριλίου 1947
Μετά το γάμο, ο Βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου της έδωσε τον τίτλο της Λαίδης, μιας και Αικατερίνη έλαβε τη Βρετανική υπηκοότητα. 
Το ζευγάρι στην αρχή έζησε στην Πλατεία Ήτον της αριστοκρατικής περιοχής Μπελγκράβια του Λονδίνου και μετά εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μάρλοου της Αγγλίας και απέκτησε ένα γιο, τον Ρίτσαρντ Παύλο Γεώργιο Ανδρέα Μπράντραμ (γεν. 1 Απριλίου 1948).

Η Αικατερίνη πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της ήρεμα στην αγγλική ύπαιθρο ασχολούμενη με τη ζωγραφική και μέχρι το θάνατό της είχε στενές σχέσεις με την υπόλοιπη οικογένειά της και τη βρετανική βασιλική οικογένεια. 
Η τελευταία δημόσια εμφάνισή της ήταν το 2001, σε τελετή στο Ναό του Αγίου Γεωργίου, στο Ουίνδσορ, για τα oγδοηκοστά γενέθλια του πρώτου εξαδέλφου της Πρίγκιπα Φιλίππου.

Ο Ρίτσαρντ Μπράντραμ πέθανε το 1994
Η Αικατερίνη απεβίωσε στο Λονδίνο στις 2 Οκτωβρίου 2007 σε ηλικία 94 ετών.
Μεταξύ 2002 και 2007 ήταν η μοναδική επιζήσασα δισέγγονη της Βασίλισσας Βικτωρίας.
Ετάφη στις 11 Οκτωβρίου 2007 στο Βασιλικό Κοιμητήριο στο Τατόι, στην Αθήνα.

Τίτλοι

4 Μαΐου 1913 - 2 Οκτωβρίου 2007: Η Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα Αικατερίνη της Ελλάδας
Στο Ηνωμένο Βασίλειο - 21 Απριλίου 1947-2 Οκτωβρίου 2007: Λαίδη Αικατερίνη Μπράντραμ
Τιμητικές διακρίσεις

Ελληνική Βασιλική Οικογένεια: Κυρία Μεγαλόσταυρου του Τάγματος των Αγίων Όλγας και Σοφίας

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Πριγκίπισσα Ειρήνη Πριγκίπισσα της Ελλάδας και της Δανίας Δούκισσα της Αόστης Βασίλισσα της Κροατίας


                  Πριγκίπισσα Ειρήνη, Δούκισσα της Αόστης

Η Πριγκίπισσα Ειρήνη της Ελλάδας και της Δανίας
ήταν το πέμπτο παιδί και η δεύτερη κόρη του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ της Ελλάδας και της Βασίλισσας Σοφίας.

Γέννηση
Ήταν εγγονή από την μεριά του πατέρας της, του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ της Ελλάδας και της Βασίλισσας Όλγας της Ελλάδας, ενώ από την μεριά της μητέρας της, εγγονη του γερμανού αυτοκράτορα Φρειδερίκου Γ΄ και της Βικτώριας, Βασιλικής Πριγκίπισσας του Ηνωμένου Βασιλείου. Η Βικτώρια ήταν κόρη του πρίγκιπα Αλβέρτου πρίγκιπα της Σαξονίας-Κόμπουρκ & Γκότα και της Βικτώριας του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η Πριγκίπισσα Ειρήνη γεννήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 1904 στην Αθήνα, είχε τρία μεγαλύτερα αδέλφια: τον Βασιλεα Γεώργιο (1890), τον βασιλεα Αλέξανδρο (1893) και την Ελένη (1896), και δυο μικρότερα αδέλφια: τον Παύλο (1901) και την Αικατερίνη (1913).

Το 1927, ο αδελφός της, ο βασιλευς  Γεώργιος Β' , ανακοίνωσε τον αρραβώνα της με τον Πρίγκιπα Χριστιανό του Σάουμπουργκ-Λίπε, ανιψιό του Χριστιανού Ι΄ της Δανίας, αλλά αργότερα αυτος παντρεύτηκε την εξαδέλφη του, Πριγκίπισσα Θεοδώρα της Δανίας.

Η Ειρήνη ήταν ανέκαθεν μια πολύ διακριτική  πριγκίπισσα, που έζησε ένα μεγάλο μέρος της ζωής  της  κοντά στην αγαπημένη της αδερφή, Ελένη.  Η Ειρήνη  επισκεπτόταν πολύ συχνά την Ελένη στην Ρουμανία και μάλιστα υπήρξαν φήμες πως αρραβωνιάστηκε ανεπισήμως τον πρίγκιπα Νικολάι της Ρουμανίας, το 1922. Όμως  η βασιλική οικογένεια της Ρουμανίας έκρινε πως ένας τρίτος γάμος μεταξύ μελών της ρουμανικής και ελληνικής βασιλικής οικογένειας, θα δημιουργούσε αρνητικές εντυπώσεις στον λαό της Ρουμανίας. Το ειδύλλιο Νικολάι – Ειρήνης διαλύθηκε το ίδιο αθόρυβα όπως δημιουργήθηκε. Η Ειρήνη τελικώς παντρεύτηκε την 1 Ιουλίου  1939 τον πρίγκιπα Αϊμόνε, δούκα της Αόστης (1900-1948).

Οικογένεια
Η Πριγκίπισσα Ειρήνη παντρεύτηκε τον Πρίγκιπα Αϊμόνε (1900-1948), Δούκα της Αόστης, Δούκα του Σπολέτο, την 1 Ιουλίου 1939 και απέκτησε το μοναδικό της παιδί ένα γιο:
τον Πρίγκιπα Αμεντέο Ουμπέρτο Κωνσταντίνο Γεώργιο Παύλο Έλενα Μαρία Φιορέντζο Ζβόνιμιρ της Σαβοΐας (γ. 1943-), ο οποιος παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο την Πριγκίπισσα Κλαούντια της Ορλεάνης (γ. 1943-) στις 22 Ιουλίου 1964 στην Σίντρα, Πορτογαλία και απέκτησαν δυο κόρες και ένα γιο:
την Πριγκίπισσα Μπιάνκα της Σαβοΐας (γ. 1966-)
τον Πρίγκιπα Αϊμόνε, Δούκα της Απουλίας (γ. 1967-)
την Πριγκίπισσα Μαφάλντα (γ. 1969-)

και σε δεύτερο γάμο την Σίλβια Πατερνό του Σπενταλότο στις 30 Μαρτίου 1987 στην Βίλα Σπενταλότο, Σικελία. Δεν απέκτησαν παιδιά.


Θάνατος

Η Πριγκίπισσα Ειρήνη πέθανε στις 15 Απριλίου 1974 στο Φιέζολε, μετά από  μακρά  ασθένεια.

Τίτλοι

13 Φεβρουαρίου 1904 - 30 Ιουνίου 1939: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα η Πριγκίπισσα Ειρήνη της Ελλάδας και της Δανίας
1 Ιουλίου 1939 - 17 Μαΐου 1941: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα η Δούκισσα του Σπολέτο
18 Μαΐου 1941 - 2 Μαρτίου 1942: Η Αυτής Μεγαλειότητα η Βασίλισσα της Κροατίας, Δούκισσα του Σπολέτο
3 Μαρτίου 1942 - 31 Ιουλίου 1943: Η Αυτής Μεγαλειότητα η Βασίλισσα της Κροατίας, Δούκισσα της Αόστης, Δούκισσα του Σπολέτο
1 Αυγούστου 1943 - 28 Ιανουαρίου 1948: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα η Δούκισσα της Αόστης, Η Δούκισσα του Σπολέτο
29 Ιανουαρίου 1948 - 15 Απριλίου 1974: Η Αυτής Βασιλική Υψηλότητα η Χήρα Δούκισσα της Αόστης, Χήρα Δούκισσα του Σπολέτο

Τιμητικές διακρίσεις
Βασίλειο της Ελλάδας : Κυρία Μεγαλόσταυρου του Τάγματος των Αγίων Όλγας και Σοφίας -
Αυστροουγγαρία : Κυρία του Τάγματος του Έναστρου Σταυρού -

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Πριγκίπισσα Ελένη της Ελλάδας

                                             

Η Πριγκίπισσα Ελένη της Ελλάδας (2 Μαΐου 1896 - 28 Νοεμβρίου 1982) ήταν η σύζυγος του βασιλιά Καρόλου Β' της Ρουμανίας και μητέρα του βασιλιά Μιχαήλ.

                                                     

Βιογραφικά στοιχεία

Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν το τρίτο παιδί και η πρώτη κόρη του βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ της Ελλάδας και της βασίλισσας Σοφίας. Στις 10 Μαρτίου 1921, έγινε η πρώτη Πριγκίπισσα της Ελλάδας που παντρεύτηκε στην Αθήνα. Η τελετή έλαβε χώρα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών, όπου παντρεύτηκε τον δεύτερο ξαδερφό της, διάδοχο του ρουμανικού θρόνου τότε πρίγκιπα Κάρολο.

Η Ελένη γνώριζε την αδιάκριτη συμπεριφορά του Κάρολου και τον προηγούμενο γάμο, αλλά δεν πτοήθηκε, ερωτευμένη καθώς ήταν με αυτόν. Ήταν δεύτερα ξαδέλφια, και οι δύο τους δισέγγονα της Βασίλισσας Βικτωρίας. Η πρόθεση πίσω από αυτό τον κανονισμένο γάμο ήταν να βοηθήσει στην οργάνωση μιας δυναστικής συμμαχίας μεταξύ Ελλάδας και Ρουμανίας. Η Βουλγαρία υπέκρυπτε εδαφικές διεκδικήσεις από την Ελλάδα, τη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία και τα τρία αυτά κράτη έτειναν να συνδέονται κατά την περίοδο μεταξύ του Α΄ και του Β Παγκοσμίου Πολέμου, λόγω των κοινών φόβων τους για τους Βούλγαρους.

Ο γάμος αυτός στην αρχή ήταν ευτυχισμένος αλλά σύντομα η κατάσταση άλλαξε και έτσι στις 21 Ιουνίου 1928, ο γάμος διαλύθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ρουμανίας για λόγους ασυμβατότητας.

Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αφοσιώθηκε στη φροντίδα των τραυματιών. Για τις προσπάθειές της στη διάσωση Εβραίων της Ρουμανίας από τους Γερμανούς Ναζί, τιμήθηκε με τον τιμητικό τίτλο του Δίκαιου των Εθνών.


ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΙΑ΄,ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΚΑΡΟΛΟΣ,ΠΡΙΓΚΙΠΑΣ ΠΑΥΛΟΣ,ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΣΟΦΙΑ,ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΕΙΡΗΝΗ ΚΑΙ ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΕΛΕΝΗ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ

Οικογένεια

Από τον γάμο της με τον Πρίγκιπα Κάρολο απέκτησε το μοναδικό της παιδί ένα γιό:
τον Πρίγκιπα Μιχαήλ της Ρουμανίας (1921-2017), και μετέπειτα Βασιλιά της Ρουμανίας. Ο οποιος στις 10 Ιουνίου 1948, παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα Άννα των Βουρβόνων-Πάρμας (1923-2016) και απέκτησαν πέντε κόρες:
την Πριγκίπισσα Μαργαρίτα (γ. 1949-), διάδοχο του Ρουμανικού θρόνου ( Η μοναρχία καταργήθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 1947).
την Πριγκίπισσα Ελένη (γ. 1950-)
την Πριγκίπισσα Ειρήνη (γ. 1953-)
την Πριγκίπισσα Σοφία (γ. 1957-)
την Πριγκίπισσα Μαρία (γ. 1964-) 

Η Ελένη απεβίωσε στην Λωζάνη, στις 28 Νοεμβρίου 1982.

Τίτλοι

2 Μαΐου 1896 - 10 Μαρτίου 1921: Η Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα Ελένη της Ελλάδας
10 Μαρτίου 1921 - 4 Ιανουαρίου 1926: Η Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα διάδοχος της Ρουμανίας
4 Ιανουαρίου 1926 - 4 Ιανουαρίου 1928: Η Βασιλική Υψηλότητα Πριγκίπισσα της Ρουμανίας
4 Ιανουαρίου 1928 - 6 Σεπτεμβρίου 1940: Η Αυτής Μεγαλειότητα Η Βασίλισσα Ελένη
6 Σεπτεμβρίου 1940 - 30 Δεκεμβρίου 1947: Η Αυτής Μεγαλειότητα Η Βασιλομήτωρ της Ρουμανίας
30 Δεκεμβρίου 1947 - 28 Νοεμβρίου 1982: Η Αυτής Μεγαλειότητα Η Βασιλομήτωρ Ελένη της Ρουμανίας

Τιμητικές διακρίσεις

Διακρίσεις ελληνικής δυναστείας
Ελληνική Βασιλική Οικογένεια: Κυρία Μεγαλόσταυρου του Τάγματος των Αγίων Όλγας και Σοφίας
Ρουμανική Βασιλική Οικογένεια: Κυρία Μεγαλόσταυρου του Τάγματος του Καρόλου Α'
Ρουμανική Βασιλική Οικογένεια: Κυρία Μεγαλόσταυρου του Τάγματος του Στέμματος
Διακρίσεις ρουμανικής δυναστείας
Ρουμανία: Αποδέκτης Μεταλλίου της Στρατιωτικής Αρετής

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Α΄

                                 

                               Βασιλεύς Αλέξανδρος Α΄ 



Ο Βασιλεύς Αλέξανδρος Α΄ υπήρξε ο τραγικότερος Βασιλεύς της νεότερης ιστορίας της Ελλάδος. Στον λίγο καιρό που βασίλεψε αντί του πατρός του Στρατηλάτου Κωνσταντίνου, διατήρησε την ηπιότητα και την διαλλακτικότητα σε μία Ελλάδα όπου κυβερνείτο δικτατορικά από τον Βενιζέλο με τους Άγγλους και Γάλλους εντολοδότες του. Μόλις 27 ετών εγκατέλειψε αυτή την ζωή. Ο θάνατος του την συγκεκριμένη χρονική περίοδο ακόμα και στιγμή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί τυχαίος...

Γέννηση-Σπουδές-Στην πρώτη γραμμή του αγώνα

Γεννημένος τον Αύγουστο του 1893, ο Αλέξανδρος ήταν ο δευτερότοκος γιoς του Βασιλέως Κωνσταντίνου ΙΒ΄ και της Βασίλισσας Σοφίας. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1912. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός του πυροβολικού.

Ως Βασιλεύς

Το 1917 ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος δέχτηκε έντονες πιέσεις από τη Γαλλία και τους συμμάχους της στην Αντάντ (Entente), που πολεμούσαν τη Γερμανία. Αν και αρνήθηκε να παραιτηθεί, δέχτηκε ωστόσο να αντικατασταθεί από τον Αλέξανδρο.
Ο τραγικός εστεμμένος 

Ο Αλέξανδρος πολύ γρήγορα κατέστη "αιχμάλωτος στο ίδιο του το παλάτι, στην υπηρεσία του οποίου επιτρέπονταν να βρίσκονται μόνο οι εχθροί του πατέρα του και του Βασιλικού Οίκου". Αρχηγος των κατασκοπων ο Παυλος Γρυπαρης ο δολοφονος του Ιωνα Δραγουμη!

Η Ελλάδα είχε βρεθεί, ουσιαστικά, στα χέρια του Πρωθυπουργού της, του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος ΙΒ΄ δήλωσε ότι ο Αλέξανδρος θα έπρεπε να βλέπει το θρόνο σαν μια παρακαταθήκη που κρατούσε κατά την απουσία του πατέρα και του μεγαλύτερου αδελφού του.


Τον Ιούλιο του 1917, λίγο μετά την έναρξη της σύντομης βασιλείας του Αλεξάνδρου, η Ελλάδα κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία, την Αυστρο-Ουγγαρία, την Τουρκία και τη Βουλγαρία. Το Μάιο του 1918, τα Ελληνικά στρατεύματα στη Μακεδονία συνέδραμαν τους Γάλλους και Βρετανούς στον πόλεμό τους κατά της Βουλγαρίας. Ο Αλέξανδρος ήταν δημοφιλής με τους αξιωματικούς του Βρετανικού επιτελείου.

Η Ελληνική συμμετοχή στην τελική φάση του "Μεγάλου Πολέμου" προσέφερε το στήριγμα για τις εδαφικές διεκδικήσεις που προέβαλε δυναμικά η χώρα στη Διάσκεψη των Παρισίων, όπου ο Βενιζέλος επιχειρηματολόγησε υπέρ της απόδοσης στην Ελλάδα της Βορείου Ηπείρου και της Ανατολικής Θράκης, του διεθνούς ελέγχου της Κωνσταντινούπολης και της κατάληψης της Σμύρνης και της ενδοχώρας της.
 Για την Ελλάδα όμως, ο πόλεμος συνεχίστηκε και μετά το 1918 με τις Ελληνικές δυνάμεις να αποβιβάζονται στη Σμύρνη στις 15 Μαΐου του 1919. Ο Βασιλεύς Αλέξανδρος ύψωσε την Ελληνική Σημαία στα Δαρδανέλια (1919).


Γάμος

Στις 4 Νοεμβρίου του 1919, ο Αλέξανδρος παντρεύτηκε την Ασπασία Μάνου, κόρη του Λοχαγού Πέτρου Μάνου – η οποία δεν έλαβε ποτέ τον τίτλο της Βασίλισσας.

Τραγικός θάνατος

Ο Βασιλεύς Αλέξανδρος Α΄ βρέθηκε στην Ανατολική Θράκη τον Ιούλιο του 1920, όταν τα στρατεύματά του κατέλαβαν την Αδριανούπολη, αλλά δεν μετέβη στη Μικρά Ασία, όπου οι Ελληνικές δυνάμεις ξεπέρασαν την αντίσταση του Κεμαλικού στρατού, κατέλαβαν την Προύσα και έφτασαν ως τη Θάλασσα του Μαρμαρά.

Τη δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου του 1920, ο Βενιζέλος ζήτησε τη Βρετανική υποστήριξη για την Ελληνική προέλαση προς τη βάση του Στρατηγού Μουσταφά Κεμάλ στην Άγκυρα ώς επόμενο βήμα για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας, της δημιουργίας δηλαδή ενός Ελληνικού βασιλείου που θα απλωνόταν εκατέρωθεν του Αιγαίου.


Καθώς όμως οι επιχειρήσεις μαίνονταν στα Βαλκάνια, τραγωδία χτύπησε την Ελληνική Βασιλική Οικογένεια. Στις 27 Σεπτεμβρίου, έχοντας μόλις ολοκληρώσει την επισκευή του αυτοκινήτου του στο Τατόι, ο Βασιλεύς Αλέξανδρος έπεσε θύμα ενός παράξενου περιστατικού. Ο σκύλος ενεπλάκη σε καυγά με δύο εξημερωμένες μαϊμούδες και, καθώς ο Βασιλιάς προσπάθησε να χωρίσει τα ζώα, τον δάγκωσε μια μαϊμού στο πόδι. Το τραύμα μολύνθηκε, ακολούθησε η σήψη και τέσσερις εβδομάδες αργότερο, αφού είχαν μεσολαβήσει επτά εγχειρήσεις, ο 27χρονος Βασιλεύς πέθανε στις 25 Οκτωβρίου του 1920. 
Η κόρη του Αλέξανδρου και της Πριγκίπισσας Ασπασίας, Αλεξάνδρα, γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1921.


Ο θρόνος πέρασε στη Βασίλισσα Προμήτωρ Όλγα, γιαγιά του Αλεξάνδρου, η οποία ανέλαβε την αντιβασιλεία. Ηρθε για την κηδεια του εγγονου της  ,του βασιλεως Αλεξανδρου ,χωρις να παρει την αδεια του αδιστακτου και απανθρωπου Βενιζελου.
Ο Βενιζέλος "ηττήθηκε" στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου και εγκατέλειψε τη χώρα. Με το δημοψήφισμα της 5ης Δεκεμβρίου 1920 , η συντριπτική πλειοψηφία του λαού ζήτησε την επιστροφή του Στρατηλάτη Κωνσταντίνου ΙΒ΄, ο οποίος επανήλθε δύο εβδομάδες αργότερα, εν μέσω γενικού ενθουσιασμού.


Προς τιμήν του Αλεξάνδρου Α΄ η πόλις Δεδέαγατς μετονομάστηκε σε Αλεξανδρούπολη.

ΠΡΟΣΘΕΤΑ  ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Αλέξανδρος Α΄ της Ελλάδας

Βασιλεύς των Ελλήνων 



Ο Αλέξανδρος (1 Αυγούστου 1893 - 25 Οκτωβρίου 1920) ήταν βασιλιάς των Ελλήνωναπό τις 12 Ιουνίου 1917 έως τις 25 Οκτωβρίου 1920.



Ο Γεώργιος Β΄ και ο Αλέξανδρος Α΄ σε νεαρή ηλικία.

Ήταν ο δευτερότοκος γιος του Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ και της Βασίλισσας Σοφίας, γεννήθηκε στις 1 Αυγούστου 1893 και πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1920. Σπούδασε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, από όπου αποφοίτησε το 1912. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους ως αξιωματικός του πυροβολικού. 



Η περίοδος της Βασιλείας του

Ανέβηκε στο θρόνο στις 12 Ιουνίου 1917, ύστερα από την απομάκρυνση του πατέρα του και του Διαδόχου, πρίγκιπα Γεωργίου, από τις δυνάμεις της Αντάντ που είχαν καταλάβει τον Πειραιά και τον ισθμό της Κορίνθου και είχαν επιβάλει ναυτικό αποκλεισμό στην Αθήνα, η οποία έζησε ημέρες πείνας, ενώ υπέστη και βομβαρδισμό. Η ανάληψη του Θρόνου ήταν συνταγματικό πραξικόπημα ουσιαστικά, διότι δεν ακολουθήθηκαν οι περί διαδοχής διατάξεις του συντάγματος. Ο Βενιζέλος εκλάμβανε την αναχώρηση του Κωνσταντίνου ως παραίτηση κάτι που ανέτρεπε την τάξη διαδοχής σύμφωνα με το άρθρο 45 υπέρ του Γεωργίου.Για το λόγο αυτό ο Κωνσταντίνος δεν αποδέχθηκε ποτέ τον Αλέξανδρο ως βασιλέα, και στον τάφο του στο Τατόι αναγράφεται ως "Αλέξανδρος, βασιλόπαις της Ελλάδος, βασίλεψε αντί του πατρός αυτού". Επίσης η μητέρα του Σοφία στην αλληλογραφία μαζί του τον προσφωνούσε Προς τον Πρίγκηπα Αλέξανδρο.
Αρχικά ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε εκφράσει την προτίμηση του προς τον νεότερο γιο του Κωνσταντίνου, τον ανήλικο τότε Παύλο και τον ορισμό Αντιβασιλέα.
 Όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις επέτρεψαν στον Κωνσταντίνο να επιλέξει ο ίδιος το διάδοχό του. Αν και ορκίστηκε Βασιλιάς, ο Αλέξανδρος ανάλαβε τα καθήκοντά του με την πεποίθηση ότι εκτελούσε χρέη τοποτηρητή του θρόνου και ότι η προσωρινή ηγεμονία του θα έληγε με το τέλος του πολέμου και την επιστροφή του πατέρα του, καθώς ο Κωνσταντίνος δεν υπέβαλε επίσημα την παραίτησή του όταν αποχώρησε από την Ελλάδα.


Η σχέση και ο γάμος του με την Ασπασία Μάνου 

Νυμφεύθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1919 την Ασπασία Μάνου, κόρη του Συνταγματάρχη της Χωροφυλακής Πέτρου Μάνου, παρουσία ενός ιερέα και του φίλου του Αλέξανδρου, συγγραφέα Χρήστου Ζαλοκώστα. Απέκτησαν μία κόρη, την πριγκίπισσα Αλεξάνδρα, την οποία ο Αλέξανδρος δεν πρόλαβε να γνωρίσει, καθώς γεννήθηκε περίπου πέντε μήνες μετά τον θάνατό του, στις 25 Μαρτίου 1921. 
Η κόρη του πριγκίπισσα Αλεξάνδρα -η οποία πέθανε στις αρχές του 1993- παντρεύτηκε τον Βασιλιά Πέτρο Β΄ της Γιουγκοσλαβίας το 1944 στο Λονδίνο και απέκτησε έναν γιο, τον πρίγκιπα Διάδοχο Αλέξανδρο Β΄ Καραγεώργεβιτς.


Η σχέση του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο. 

Στην αρχή η σχέση Βενιζέλου Αλέξανδρου ήταν τραυματική. Ο Αλέξανδρος παρέμενε πιστός στον έκπτωτο πατέρα του. ΗΤΑΝ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΠΑΛΑΤΙ ΧΩΡΙΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΔΙΚΟΥΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΕΞΟΡΙΑ.Ο ΠΑΥΛΟΣ ΓΡΥΠΑΡΗΣ Ο ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ  ΚΑΤΑΣΚΟΠΕΥΕ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΑΡΑΜΙΚΡΗ ΤΟΥ ΚΙΝΗΣΗ. Σύμφωνα με τον Χρήστο Ζαλοκώστα, στις ιδιωτικές συνομιλίες που είχε μαζί με τον Αλέξανδρο, ο δεύτερος αποκαλούσε τον πρωθυπουργό Σατανά και πως όταν τον όρκισε δεν τον συνεχάρη.

Ο Αλέξανδρος υπήρξε φειδωλός στην υπογραφή των διαταγμάτων επιστρατεύσεως. Γενικά οι σποραδικές εντάσεις μεταξύ βασιλιά και κυβέρνησης δεν επιβάρυναν τη μεταξύ τους συνεργασία. Έτσι ο Αλέξανδρος δεν αντέδρασε στην ομιλία του θρόνου που είχε συντάξει ο Βενιζέλος, με καθαρή αποδοκιμασία του καθεστώτος του πατέρα του. Τον Ιανουάριο του 1919 ο Αλέξανδρος έβγαλε λόγο σε στρατιωτική μονάδα υπέρ του καθεστώτος και με την οποία καλούσε τους στρατιωτικούς να μην συνωμοτούν σε βάρος της κυβέρνησης. 

Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του, η Ελλάδα πήρε μέρος στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Με το τέλος του και ύστερα από την υπογραφή της Συνθήκης του Νεϊγύ, παραχωρήθηκε στην Ελλάδα η ανατολική Μακεδονία και η δυτική Θράκη από τη Βουλγαρία, ενώ με την υπογραφή της Συνθήκης των Σεβρών, έναν χρόνο αργότερα, προσαρτήθηκε η ανατολική Θράκη, με εξαίρεση την Κωνσταντινούπολη, και η περιοχή της Σμύρνης από την Οθωμανική Αυτοκρατορία


Άτυχο τέλος


Μακάκος Μπάρμπαρι 



Ο τάφος του Αλεξάνδρου Α΄ στο Τατόι



Πέθανε στις 12 Οκτωβρίου / (25 Οκτωβρίου με το νέο ημερολόγιο) 1920 από σηψαιμία. Ο θάνατός του αποδόθηκε σε μόλυνση η οποία προκλήθηκε όταν ένας από τους δύο μακάκους Μπάρμπαρι - κατοικίδια (ενδημικοί στην Μπαρμπαριά της Βόρειας Αφρικής), στο βασιλικό κτήμα Τατοΐου τον δάγκωσε. 
Αναλυτικότερα, στις 30 Σεπτεμβρίου (με το νέο ημερολόγιο), καθώς ο Αλέξανδρος έκανε περίπατο στο βασιλικό κτήμα, κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες ο σκύλος του ο Φριτζ, ένας Γερμανικός ποιμενικός(λυκόσκυλο), ενεπλάκη σε καυγά με έναν απ´ τους δύο μακάκους-κατοικίδια του Γερμανού γεωπόνου Στούρμ του βασιλικού κτήματος. 
Ενώ ο Αλέξανδρος προσπαθούσε να διαχωρίσει τα δύο ζώα, ο δεύτερος μακάκος του επιτέθηκε και τον δάγκωσε στο πόδι και τον κορμό. Λίγο αργότερα, υπηρέτες κατέφτασαν και έδιωξαν τους μακάκους. 


Αμέσως μετά ο Αλέξανδρος τηλεφώνησε στον έμπιστο του υπολοχαγό Στέφανο Μεταξά, από τον οποίο ζήτησε να φέρει γιατρό με επιδεσμικό υλικό. Ο Κωνσταντίνος Μέρμηγκας, διακεκριμένος καθηγητής της χειρουργικής του Πανεπιστημίου Αθηνών με σπουδές στη Γερμανία, έφτασε στο Τατόι και εξέτασε τα τραύματα του Βασιλιά παρουσία και της Ασπασίας Μάνου, η οποία έχει ειδοποιηθεί από το σπίτι του Χρήστου Ζαλοκώστα και είχε καταφθάσει ανήσυχη. Ο Μέρμηγκας έπλυνε τα τραύματα με οινόπνευμα και βενζίνη που εθεωρείτο άριστο αντισηπτικό και συμμάζεψε τις πολτοποιημένες μυικές μάζες με γάζες εμποτισμένες σε ιώδιο, αλλά δεν θεώρησε τον καυτηριασμό αναγκαίο, πιστεύοντας ότι πρόκειται για ένα συνηθισμένο τραύμα. Ο ίδιος ο Βασιλιάς ζήτησε το παράξενο αυτό περιστατικό να μη δημοσιευτεί. Οι πληγές ωστόσο είχαν μολυνθεί και το ίδιο βράδυ ο Βασιλιάς ανέβασε πυρετό. Λίγες ημέρες αργότερα εμφανίστηκαν φλεγμονές και οι πληγές αντί να κλείσουν είχαν επεκταθεί. Καλούνται επτά από τους σπουδαιότερους Έλληνες καθηγητές ιατρικής της εποχής, ο Σάββας, Φωκάς, Αναγνωστόπουλος, Λιβιεράτος, Σακόρραφος, Μπένσης και Γερουλάνος για να δώσουν λύση. Ο Σάββας εντοπίζει με μικροσκόπιο στο πύον που αναβλύζει από τις πληγές το βακτήριο του Στρεπτόκκοκου. Ο Φωκάς προτείνει ο Βασιλιάς να ακρωτηριαστεί αλλά πρότασή του απορρίπτεται από την Ασπασία Μάνου, ενώ και οι ίδιοι οι ιατροί είναι διστακτικοί προς μια τέτοια λύση. 



Μετά από λίγες μέρες και με εντολή του Βενιζέλου, ο οποίος έχει ενημερωθεί και αγωνιά για την υγεία του Βασιλιά, καλούνται στην Ελλάδα δύο διαπρεπέστατοι Γάλλοι ιατροί, οι οποίοι όμως εξηγούν ότι ο ακρωτηριασμός πλέον είναι άσκοπος, αφού η μόλυνση έχει επεκταθεί και οτι ο Βασιλιάς είναι καταδικασμένος σε θάνατο. 



Στις 25 Οκτωβρίου (με το νέο ημερολόγιο) και αφού είχαν μεσολαβήσει εφτά εγχειρήσεις, ο 27χρονος Βασιλιάς υπέκυψε στην ασθένειά του. 



Η διατύπωση του τελευταίου ιατρικού δελτίου ήταν πολύ άκομψη, μοναδική στη νεότερη ελληνική ιστορία: (οπως ολα τα εργα του Βενιζελου)
Μετά βραχείαν αγωνία, καθ΄ ην η Αυτού Μεγαλειότης κατελήφθη υπό σπασμωδικών κινήσεων του προσώπου, εξέπνευσε περί 4ην και 12 λεπτά μετά μεσημβρίαν. 



Ενταφιάστηκε στο βασιλικό κοιμητήριο στο Τατόι. Μετά τον θάνατο του Βασιλιά οι μακάκοι θανατώθηκαν. Ο Βενιζέλος έπλεξε το εγκώμιο του νεκρού βασιλιά τονίζοντας ότι εμπνεύσθηκε από το παράδειγμα του παππού του Γεωργίου Α΄ και υπήρξε υπόδειγμα δημοκρατικού βασιλιά που σεβάσθηκε το πολίτευμα της χώρας. 
Η προσωπικότητα 
Ο φίλος του Χρήστος Ζαλοκώστας τον περιγράφει ως ένα μαθητή συνηθισμενο  στην στρατιωτική σχολή και ως άτομο που κατά τα νεανικά του χρόνια διακρινόταν για τον ατίθασο χαρακτήρα του, τις επιτυχίες του στο γυναικείο φύλο και την αγάπη του για τα αυτοκίνητα. Ήπιος γενικά χαρακτήρας, ένιωθε συχνά να τον καταπιέζει η αυλική εθιμοτυπία. Ειχε αγαπη για την φυση και τις γεωργικες εργασιες,ειχε ενα ιδικτητο κτημα που ειχε αγορασει απο τον Συγγρό και το ειχε μετατρεψει σε αγροτικη  φαρμα.


Δεδέαγατς - Αλεξανδρούπολη 



Στις 8 Ιουλίου 1920 επισκέφθηκε το Δεδέαγατς ο βασιλιάς Αλέξανδρος και ο δήμαρχος Εμμανουήλ Αλτιναλμάζης, προσφωνώντας τον βασιλιά, είπε ότι η πόλη προς τιμήν του μετονομάζεται σε Αλεξανδρούπολη.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018

ΟΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΟΘΩΝΟΣ Α΄ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΟ 1854

(Αποσπασμα απο το αρθρο:
''Ο Κριμαϊκός πόλεμος και η αρχιστρατηγία των Ελληνικών επαναστατικών δυνάμεων στην Θεσσαλία'')

Η ρωσοτουρκική διένεξη με αφορμή την κυριότητα του Πανάγιου Τάφου των Ιεροσολύμων, αποτέλεσε την αφορμή που οδήγησε σε ολοκληρωτικό πόλεμο. Ο πόλεμος αυτός που είχε και θρησκευτικά χαρακτηριστικά, συγκίνησε την Ελληνική κοινή γνώμη αλλά κατ΄εξοχήν τον Όθωνα και την Αμαλία. Σημαντικό τμήμα του Ελληνισμού πίστεψε πως η συγκυρία ευνοούσε για την πραγμάτωση της "Μεγάλης Ιδέας", που εκείνη την εποχή αποτελούσε ανομολόγητος μυσταγωγικός πόθος για όλους τους Έλληνες.

Αμέσως ο Όθων με την βοήθεια αυλικών του, αξιωματικών και μελών της κυβέρνησης Κριεζή, διεξήγαγε μυστικούς εράνους μεταξύ των ευπορότερων Ελλήνων εμπόρων και συγκέντρωνε πολεμοφόδια για τον εξοπλισμό ενόπλων σωμάτων, που θα εισχωρούσαν στις Τουρκοκρατούμενες Ήπειρο και Θεσσαλία. Πρώτη επαρχία που εξεγέρθηκε ήταν η Ήπειρος, με αρχηγούς τον Σπυρίδωνα Καραΐσκάκη και τον Θεόδωρο Γρίβα που εισέβαλαν στην περιοχή με 2.000 άνδρες. Ακολούθησαν πολλές μικρές μάχες στην περιοχή με αμφίρροπα αποτελέσματα και χωρίς οι εξεγερμένοι να


Θεόδωρος Γρίβας

αποκτήσουν ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα, λόγω των εσωτερικών αντιθέσεων μεταξύ των κυριοτέρων αρχηγών τους. Ακολούθησε η εξέγερση στην Θεσσαλία που ήταν και η σημαντικότερη, καθώς συγκέντρωσε τα περισσότερα ένοπλα τμήματα από το Ελληνικό βασίλειο. Ο Όθων όρισε μυστικά επικεφαλής των Ελλήνων στην Θεσσαλία τον υπασπιστή του Χριστόδουλο Χατζηπέτρο, ο οποίος παραιτήθηκε από τις τάξεις του Ελληνικού στρατού, ώστε να μην δημιουργήσει πρόβλημα στην Ελληνική κυβέρνηση που παρέμενε φαινομενικά ουδέτερη.

Ήδη από τον Ιανουάριο είχαν συγκεντρωθεί ομάδες ατάκτων στην Λαμία που απαρτίζονταν κυρίως από ληστές που είχαν αμνηστευθεί από την Ελληνική κυβέρνηση και είχαν πρόθυμα ενστερνιστεί τον αγώνα κατά των Τούρκων. Οι σημαντικότεροι οπλαρχηγοί τους, ήταν οι Καταραχιάς, Φαρμάκης, Παπακώστας Τζαμάλας, και Καραούλης. Τον Φεβρουάριο του 1854 οι άτακτες αυτές ομάδες διήλθαν την ελληνοτουρκική μεθόριο και σε συνεννόηση με τους ντόπιους ξεκίνησαν να παρενοχλούν τα τουρκικά αποσπάσματα με μικρά όμως αποτελέσματα. Ο αγώνας εντάθηκε όταν ο Χατζηπέτρος με το απόσπασμα του πέρασε την ελληνοτουρκική μεθόριο την 1η Μαρτίου 1854 και αναγνωρίστηκε ομόφωνα από όλους τους οπλαρχηγούς ως γενικός αρχηγός. Ακολούθησε η πρώτη σημαντική Ελληνική νίκη στα Μεγάλα Καλύβια Τρικάλων (8 Απριλίου 1854) και η πολιορκία του φρουρίου του Δομοκού που όμως δεν είχε αίσιο αποτέλεσμα. Εν τω μεταξύ ο στρατηγός Χατζηπέτρος συγκέντρωνε τις υπόλοιπες δυνάμεις των επαναστατών (800 στρατιώτες) στην περιοχή της Καλαμπάκας. Στις 30 Απριλίου εκστράτευσε εναντίον του από τα Τρίκαλα ο Σελήμ πασάς με 3000 στρατιώτες και στρατοπέδευσε ακριβώς απέναντι από τους Έλληνες.

Ο Χατζηπέτρος έδρασε μεθοδικά περικυκλώνοντας τον αντίπαλο του και αποκόπτοντας τον στρατό του από κάθε ανεφοδιασμό, τακτική που παρέπεμπε στον δάσκαλο του στα στρατιωτικά Γεώργιο Καραισκάκη. Σύντομα ο Σελήμ βρέθηκε σε δύσκολη θέση και αποφάσισε να επιτεθεί κατά μέτωπο εναντίον του καλά οχυρωμένου αντιπάλου του. Ήδη όμως ο Χατζηπέτρος είχε λάβει ισχυρές επικουρίες από τις άλλες δύο επαρχίες και η δύναμη του είχε φτάσει επίσης τους 3.000 στρατιώτες, ενώ βρίσκονταν μαζί του και οι σημαντικότεροι Έλληνες οπλαρχηγοί (Δυοβουνιώτης, Χουρμούζης,


Όθων, Βασιλεύς των Ελλήνων


Λεωτσάκος, Καλαμάρας, Γιουρούκος κτλ). Ακολούθησαν μια σειρά από μάχες το πρώτο δεκαήμερο του Μαΐου με κορυφαία αυτή της 10ης Μαΐου κατά την οποία οι Τούρκοι είχαν πάνω από 1500 νεκρούς και τραυματίες. Οι δυνάμεις του Σελήμ τράπηκαν σε άτακτη φυγή προς τα Τρίκαλα και οι επαναστάτες του Χατζηπέτρου είχαν γίνει κύριοι της Θεσσαλικής πεδιάδας, με λάφυρα 5 κανόνια, 500 ντουφέκια και 200 αιχμαλώτους. Η νίκη του Χατζηπέτρου και των Ελληνικών όπλων ήταν πολύ σημαντική, είχε διεθνή αντίκτυπο και εορτάστηκε με δοξολογία στην Καλαμπάκα. Η αισιοδοξία είχε καταλάβει τους Έλληνες που οραματίζονταν την ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Οι διεθνείς εξελίξεις ματαίωσαν τα Ελληνικά όνειρα, καθώς οι μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις συντάχθηκαν με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για να εμποδίσουν την Ρωσική έξοδο στο Αιγαίο. Ακολούθησε στις 13 Μαΐου 1854 η επέμβαση των συμμαχικών στόλων Αγγλίας και Γαλλίας που απέκλεισαν στον Πειραιά, ο εξαναγκασμός του Όθωνα να εγκαταλείψει την υπόθαλψη των εξεγερμένων και το περίφημο "υπουργείο κατοχής" υπό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Οι επαναστάτες αφέθηκαν στην τύχη τους, χωρίς την παραμικρή βοήθεια και ανεφοδιασμό. Σύγχυση επικράτησε καθώς οι πρόξενοι των μεγάλων δυνάμεων επισκέπτονταν τα στρατόπεδα των Ελλήνων ζητώντας τους να επιστρέψουν στην Ελλάδα και να αποδεχθούν την Οθωμανική εξουσία. Ο Σελήμ στο μέτωπο της Θεσσαλίας απέστειλε στον Χατζηπέτρο προτάσεις για ειρήνευση, ζητώντας του να ελευθερώσει τους αιχμαλώτους του, να εκκενώσει την περιοχή που κατείχε, αφού η επέμβαση των Μεγάλων δυνάμεων στην Αθήνα είχε καταδικάσει σε σίγουρη αποτυχία κάθε πιθανή Ελληνική προσπάθεια.

Ο Χατζηπέτρος όχι μόνο αρνήθηκε να αποχωρήσει, αλλά με γενναιότητα επέδωσε και τελεσίγραφο στους Τούρκους να του αποδοθεί εντός 48 ωρών τα Τρίκαλα. Οι Τούρκοι απάντησαν αποστέλλοντας 8.000 άνδρες υπό τους Αβδή Πασά, Σελήμ Πασά, Ισμαήλ Φράσαρη και τον Αλβανό Τσέλιο Πίτσαρη. Ο Χατζηπέτρος δεν δείλιασε μπροστά στην αριθμητική υπεροχή του εχθρού, ούτε πτοήθηκε από την εγκατάλειψη του από την Ελληνική κυβέρνηση και την κατάληψη του Πειραιά από τους Γάλλους. Στην ημερήσια διαταγή του πριν την μάχη έλεγε:

"Τα οστά των πατέρων μας και ο στενάζων λαός ζητούν εκδίκησιν...Αφού η Ελλάς κατεδικάσθη δια ξένης λόγχης εις ουδετερότητα, ημείς θέλομεν εξακολουθήσει τον πόλεμον και άνευ συνδρομής των Αθηνών επικαλούμενοι την δύναμιν του Υψίστου".

Οργάνωσε τα τμήματα του αμυντικά για να αντιμετωπίσει τους επερχόμενους Τούρκους και σύναψε την φονικότερη μάχη της Ελληνικής εξέγερσης στις 6 Ιουνίου 1854. Σε αυτή, οι Τούρκοι είχαν πάνω από 1.000 νεκρούς, αλλά η αμυντική θέση των Ελλήνων είχε γίνει απελπιστική λόγω της έλλειψης εφοδίων. Την ίδια μέρα ο Χατζηπέτρος έδωσε το σύνθημα της υποχώρησης, που σήμανε και το τέλος της εξέγερσης στην Θεσσαλία. Ο Χατζηπέτρος μετά την υποχώρηση στα Ελληνικά εδάφη κατευθύνθηκε στην Υπάτη και από εκεί στην Λιβαδειά όπου στις 29 Ιουνίου ο
λαός αυθόρμητα
τον υποδέχθηκε ως ήρωα.

Αμέσως μετά ο Χατζηπέτρος πρωταγωνίστησε στο τεράστιο κοινωνικό σκάνδαλο με την Αγγλίδα κοντέσα Θεοτόκη, περίφημη για την ομορφιά της εκείνη την εποχή. Το σκάνδαλο έλαβε τέτοιες διαστάσεις που ο Χατζηπέτρος έπεσε στην(προσωρινή) δυσμένεια του αυστηρού Όθωνα.

Η πτώση του Όθωνα - υπασπιστής του Γεωργίου Α΄ και ο θάνατος του Χατζηπέτρου

Λίγα χρόνια μετά που οργανώθηκε η ισχυρή αντιπολίτευση κατά του Όθωνα, ο Χατζηπέτρος τήρησε ουδέτερη στάση. Κατά τη Ναυπλιακή εξέγερση στήριξε τον Όθωνα, ενώ κατηγόρησε τους πολιτικούς του αντιπάλους που επεδίωξαν την εκθρόνιση του για λόγους προσωπικού συμφέροντος. 
Μετά από την έξωση του Όθωνα από την Ελλάδα, συνόδευσε τον έκπτωτο μονάρχη στην Βαυαρία, ενώ φαίνεται να συμμετείχε σε συνωμοτική κίνηση που απέβλεπε στην εκλογή του Λουδοβίκου ως βασιλιά της Ελλάδας. 
Μετά την ενθρόνιση του Γεωργίου, αναγνωρίστηκαν οι υπηρεσίες του και ονομάστηκε επίτιμος υπασπιστής του νέου Βασιλιά. 
Η πλέον συγκινητική στιγμή στον βίο του Χατζηπέτρου ήταν όταν συνοδεύοντας τον Βασιλιά Γεώργιο σε ταξίδι στο εξωτερικό υπέρ του ζητήματος της Κρήτης, βρέθηκε ενώπιον του Ναπολέντος του Γ΄, ο οποίος τον ρώτησε την ηλικία του. Ο Χατζηπέτρος του απάντησε πως "δεκαεπταετής είχα σταθεί μπροστά στον μεγάλο Ναπολέοντα ζητώντας ελευθερία για την πατρίδα μου. Τώρα πολλά χρόνια μετά, στέκομαι ενώπιον ενός άλλου Ναπολέοντα ζητώντας ελευθερία για την Κρήτη. Μην αγνοήσετε την δέηση ενός καταπιεζόμενου λαού, χάριν κατακτητικών δικαιωμάτων" Η Θεία Πρόνοια αμείβει την προστασία των λαών με Δόξα και Αθανασία". 
Ο Ναπολέων θαύμασε το ήθος και την αγαθότητα του ανδρός και αναφώνησε: "Ζήτω η Κρήτη! Ζήτω η Ελλαδα!", χωρίς βέβαια να προκύψει κάποιο πρακτικό αποτέλεσμα για τον Ελληνικό σκοπό.

Ο Χατζηπέτρος πέθανε από αποπληξία στις 29 Οκτωβρίου 1869 στην ηλικία των 70 ετών. Η είδηση του θανάτου του προκάλεσε πανελλήνια συγκίνηση, η κηδεία του υπήρξε πάνδημος ενώ τον επιτάφιο λόγο εκφώνησε ο Τιμολέων Φιλήμων. Ο γιος του Ευθύμιος Χατζηπέτρος υπηρέτησε επίσης τον Ελληνικό στρατό και έφτασε ως τον βαθμό του Ταγματάρχη.

Γενική αποτίμηση του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου

Ο Χατζηπέτρος υπήρξε μια ιδιαίτερη περίπτωση Έλληνα οπλαρχηγού καθώς δεν προήλθε από τις τάξεις των κλεφτών, αλλά από μια εύπορη οικογένεια προκρίτων εκτός Πελοπονήσου και Στερεάς Ελλάδας. Επέδειξε γενναιότητα και εγκαρτέρηση στις πολεμικές κακουχίες, πάντοτε υποστήριξε την νομιμότητα και ποτέ δεν πήρε μέρος σε εξεγέρσεις και στάσεις. Απολάμβανε μεγάλου κύρους και αναγνώρισης από όλες τις πολλιτικές παρατάξεις και φατρίες για την ακεραιότητα του και την αφιλοκερδία του, ενώ είχε κερδίσει τον σεβασμό όλων των σημαντικών οπλαρχηγών της εποχής του, που κατά κανόνα υποτιμούσαν τους προκρίτους για τις πολεμικές τους επιδόσεις. Αναμφίβολα η μεγαλύτερη στιγμή του Χατζηπέτρου υπήρξε η αρχηγεία στον Κριμαϊκό πόλεμο και οι δύο μεγάλες νίκες που πέτυχε εναντίον πολύ ισχυρότερου και οργανωμένου στρατού από τα άτακτα στίφη που διοικούσε.

Επίσης σημαντικό ήταν το γεγονός ότι το σώμα στρατιωτών που διοικούσε το συντηρούσε με δικές του οικονομικές θυσίες που ανήλθαν με μέτριους υπολογισμούς σε περισσότεροαπό 1 εκατομμύριο γρόσια, ποσό αστρονομικό για την εποχή. Μαθήτευσε δίπλα στον Καραΐσκάκη από τον οποίο διδάχτηκε την αυτοσχέδια στρατηγική, την προσωπική γενναιότητα, την ευθύτητα αλλά και την....αθυροστομία. Ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος ανήκει αυτοδικαίως στο πάνθεον των ηρώων της επανάστασης του 1821.

Ι. Β. Δ.

Πηγές

Συλλογικό έργο, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμος ΙΓ΄

Διονυσίου Κόκκινου, Η επανάσταση του 1821, εκδόσεις Μέλισσα

Γούδας Αν, Βίοι παράλληλοι, τόμος 8

http://www.istorikathemata.com/2013/02/Xristodoulos-Xatzipetros-a-hero-of-1821.html